Τον Ray Allen τον γνωρίσαμε ως έναν εκρηκτικό shooting guard από την εξαιρετικά ταλαντούχα τάξη του 1996, στην πορεία εξελίχτηκε σε ικανότατο σκόρερ και μετά από 18 χρόνια καριέρας φτάσαμε να μιλάμε για τον κορυφαίο σουτέρ στην ιστορία του NBA. Με αυτόν τον τίτλο να τον συνοδεύει πήρε θέση ανάμεσα στους καλύτερους παίκτες όλων των εποχών, αφού αποτελεί και αυτός ένα από τα νέα μέλη του Hall of Fame.
Η φήμη του καλού σουτέρ τον συνόδευε στα κολεγιακά του χρόνια, καθώς στην τρίτη και τελευταία του σεζόν με το Connecticut στο NCAA έφτασε να σουτάρει με 46.6% πίσω από την γραμμή του τριπόντου, ενώ τα 115 τρίποντα που είχε βάλει ήταν τα περισσότερα από παίκτη της ομάδας του σε μία σεζόν. Οι Minnesota Timberwolves τον επέλεξαν στο νούμερο πέντε στο draft του 1996 ως τον τρίτο σκόρερ (1.922 πόντοι) στην ιστορία των «huskies, αλλά τον αντάλλαξαν άμεσα με τον Stephon Marbury τον οποίο είχαν πάρει στο νούμερο τέσσερα οι Milwaukee Bucks.
Έγινε βασικός από την πρώτη στιγμή και την δεύτερη του σεζόν έφτασε να αγωνίζεται κάτι παραπάνω από 40 λεπτά σε κάθε παιχνίδι αυξάνοντας μάλιστα την επιθετική του παραγωγικότητα από τους 13.4 πόντους στους 19.5. Το οξύμωρο για τον παίκτη που σήμερα είναι αυτός που έχει ευστοχήσει στα περισσότερα τρίποντα (2.973) στην ιστορία του NBA είναι ότι ως rookie έπαιρνε με το ζόρι παραπάνω από τρεις προσπάθειες πίσω από την γραμμή του τρίποντου, αφού γενικότερα στα πρώτα χρόνια της καριέρας του προτιμούσε να εισβάλει στην αντίπαλη ρακέτα και να κάνει εντυπωσιακά καρφώματα.
Στα περίπου εφτά χρόνια που έμεινε στο Milwukee βοήθησε τους Bucks να επιστρέψουν στα playoffs το 1999 για πρώτη φορά μετά από οκτώ χρόνια, ενώ το 2001 συνέβαλε τα μέγιστα ώστε να φτάσουν μέχρι τους τελικούς της Ανατολής κάτι που είχαν να κάνουν από το 1986. Σε αυτό το διάστημα άρχισε να δείχνει τι είναι ικανός να κάνει τόσο ως σκόρερ όσο και ως σουτέρ πραγματοποιώντας ορισμένες απίθανες εμφανίσεις. Η κορυφαία ήταν αυτή της 14ης Απριλίου του 2002 όταν σημείωσε 47 πόντους με 10/14 τρίποντα στη νίκη επί των Charlotte Hornets με 98-91.
Σχεδόν έναν χρόνο νωρίτερα στις 12 Απριλίου του 2001 είχε φορτώσει το καλάθι των Utah Jazz με 43 πόντους έχοντας 8/14 τρίποντα, ενώ στα playoffs της ίδιας χρονιάς είχε βάλει 41 με 9/13 τρίποντα στους Philadelphia 76ers επιτρέποντας στην ομάδα του να επικρατήσει 110-100 και να ισοφαρίσει σε 3-3 την σειρά των τελικών της Ανατολής.
Εν τω μεταξύ έκανε τρεις εμφανίσεις (2000, 2001, 2002) στο All Star Game όπου το 2001 κέρδισε τον διαγωνισμό τριπόντων.
Παρότι ο μέσος όρος του στην επίθεση σταθεροποιήθηκε στους 22 πόντους με αποτέλεσμα να γίνει ο πρώτος σκόρερ των Bucks, η απόφαση τους να διαλύσουν την τριάδα που συνέθετε με τον Glenn Robinson και τον Sam Casssell, τον βρήκε να φοράει την φανέλα των Seattle SuperSonics στους οποίους παραχωρήθηκε με αντάλλαγμα τον Gary Payton τον Φεβρουάριο του 2003. Από το Milwaukee έφυγε έχοντας πετύχει τα περισσότερα τρίποντα (1.051) στην ιστορία της ομάδας και στο Seattle πήγε για να αναλάβει ηγετικό ρόλο.
Η παραγωγικότητα του αυξανόταν όλο και περισσότερο φτάνοντας τους 26.4 πόντους ανά αγώνα (σ.σ. η καλύτερη επίδοση της καριέρας του) το 2007. Κατά την διάρκεια εκείνης της σεζόν είχε πραγματοποιήσει και την καλύτερη εμφάνιση που έχει κάνει ποτέ σκοράροντας 54 πόντους με 8/12 τρίποντα (είχε επίσης 10 ριμπάουντ και 5 ασίστ) στη νίκη επί των Utah Jazz με 122-114 στην παράταση στις 12 Ιανουαρίου του 2007.
Το 2006 είχε σπάσει το ρεκόρ του Dennis Scott για τα περισσότερα εύστοχα τρίποντα σε μία χρονιά στην ιστορία του NBA που κρατούσε από το 1996. Ο τότε forward των Orlando Magic είχε βρει τον στόχο 267 φορές πίσω από την γραμμή του τριπόντου και ο Allen τον πέρασε βάζοντας 269 τρίποντα. Αυτή ήταν η τρίτη φορά που ήταν ο παίκτης με τα περισσότερα εύστοχα τρίποντα στο NBA, αφού το 2002 είχε βάλει 229 και το 2003 είχε σταματήσει στα 201. Όσο για το ρεκόρ του, άντεξε μέχρι το 2013 αφού από εκεί και πέρα ο Stephen Curry το έχει σπάσει τρεις φορές και πλέον η καλύτερη επίδοση είναι τα 402 τρίποντα που έβαλε το 2016.
Με το 125ο τρίποντο του εκείνη την χρονιά ο Allen άρχισε να αναπτύσσει και την φήμη του παίκτη που βάζει τα μεγάλα σουτ. Σε μια απίθανη αναμέτρηση στις 22 Ιανουαρίου του 2006, είχε πετύχει 42 πόντους με 8/16 τρίποντα κόντρα στους Phoenix Suns και είχε δώσει τη νίκη (152-149) στους Sonics με εύστοχο τρίποντο στην εκπνοή του αγώνα, που κρίθηκε μετά από δύο παρατάσεις.
Αυτή ήταν απλά η αρχή, καθώς στην συνέχεια της καριέρας του έμελλε να πετύχει ένα σωρό καθοριστικά τρίποντα. Ύστερα από σχεδόν πέντε χρόνια στο Seattle με τέσσερις All Star εμφανίσεις (2004, 2005, 2006, 2007) είχε έρθει η ώρα να κάνει πρωταθλητισμό, καθώς με τους Sonics συμμετείχε στα playoffs μόνο το 2005. Με τους Boston Celtics πάλι στέφτηκε κατευθείαν πρωταθλητής και έπαιξε ξανά στους τελικούς μετά από δύο χρόνια. Με τον Paul Pierce και τον Kevin Garnett δίπλα του δεν ήταν ανάγκη να σκοράρει τόσο πολύ (ο μέσος όρος του πλησίαζε τους 18 πόντους) σε μόνιμη βάση και έτσι επικεντρώθηκε στο να κάνει την διαφορά όταν η μπάλα «έκαιγε».
Από τις 24 νίκες του 2007, οι Celtics το 2008 ανέβηκαν στις 66 και είχαν το καλύτερο ρεκόρ στο NBA κάνοντας μόνο 16 ήττες. Θα μπορούσαν να είναι περισσότερες αλλά ο Allen δεν το είχε επιτρέψει. Μέχρι να πάρει μπροστά για τα καλά η ομάδα του επενέβη και την έσωσε όποτε χρειάστηκε. Στις 4 Νοεμβρίου του 2007 πέτυχε το νικητήριο τρίποντο στο εκτός έδρας 98-95 επί των Toronto Raptors στην παράταση σε ένα παιχνίδι που είχε 33 πόντους με 7/11 τρίποντα, ενώ στις 24 του μήνα έκανε το ίδιο κόντρα στους Charlotte Bobcats δίνοντας τη νίκη στην Βοστώνη με 96-95 χάρη στο μοναδικό εύστοχο τρίποντο του στην αναμέτρηση.
Στα playoffs πάλι οι καλύτερες εμφανίσεις του ήρθαν στους πλέον κρίσιμους αγώνες. Στο πέμπτο παιχνίδι των τελικών της Ανατολής σημείωσε 29 πόντους με 5/6 τρίποντα απέναντι στους Detroit Pistons και βοήθησε την ομάδα του να επικρατήσει 106-102 ώστε να πάρει προβάδισμα 3-2, ενώ στο τελευταίο των τελικών συνεισέφερε στην μεγάλη νίκη επί των Los Angeles Lakers με 131-92, που συνοδεύτηκε από την κατάκτηση του πρωταθλήματος, με 26 πόντους και 7/9 τρίποντα ισοφαρίζοντας το ρεκόρ για τα περισσότερα εύστοχα τρίποντα σε αναμέτρηση για τους τελικούς του.
Την επόμενη χρονιά «σκότωσε» με τρίποντο, ως συνήθως, τους Sixers στις 3 Φεβρουαρίου και οι Celtics κέρδισαν 100-99. Την Πρωταπριλιά ήταν η σειρά των Bobcats που το πάλεψαν, αλλά έχασαν στην δεύτερη παράταση 111-109 με σουτ πίσω από τη γραμμή του τριπόντου από τα δικά του χέρια.
Στην postseason πέτυχε το νικητήριο τρίποντο στον δεύτερο αγώνα της επικής σειράς του πρώτου γύρου με τους Chicago Bulls ολοκληρώνοντας την αναμέτρηση με 30 πόντους και 6/10 τρίποντα ώστε οι Celtics να επικρατήσουν 118-115 και να ισοφαρίσουν σε 1-1.
Στο έκτο παιχνίδι έδωσε ρεσιτάλ και έκανε ρεκόρ καριέρας στα playoffs με 51 πόντους και 9/18 τρίποντα, ενώ έστειλε την αναμέτρηση σε τρίτη παράταση ισοφαρίζοντας με τρίποντο 118-118. Η ομάδα του έχασε μεν 129-128, αλλά πέρασε τελικά στην επόμενη φάση.
Το 2010 οι Celtics βρέθηκαν και πάλι αντιμέτωποι με τους Lakers στους τελικούς και ισοφάρισαν την σειρά σε 1-1 κερδίζοντας μέσα στο Los Angeles 103-94 με τον Allen να βάζει 32 πόντους με 8/11 τρίποντα (τα εφτά στο πρώτο ημίχρονο) και να κάνει ρεκόρ εύστοχων τριπόντων για αγώνα των τελικών το οποίο έσπασε φέτος ο Stephen Curry φτάνοντας τα εννιά.
Απέναντι τους ξεπέρασε τον Reggie Miller και έγινε ο παίκτης με τα περισσότερα εύστοχα τρίποντα στην ιστορία του NBA. Στις 10 Φεβρουαρίου του 2011 με ένα τρίποντο προς το τέλος του πρώτου δωδεκάλεπτου έφτασε τα 2.561 και άφησε πίσω του τον Miller (2.560) ο οποίος βρισκόταν στο γήπεδο για να σχολιάσει την αναμέτρηση για λογαριασμό του TNT και έσπευσε άμεσα να τον συγχαρεί.
Στον πρώτο γύρο των playoffs πέτυχε το νικητήριο καλάθι στον πρώτο αγώνα με τους New York Knicks διαμορφώνοντας με τρίποντο το τελικό 87-85…
… ενώ στον τρίτο διέλυσε την άμυνα τους με 32 πόντους και 8/11 τρίποντα και οι Celtics έκαναν το 3-0 επικρατώντας 113-96.
Το καλοκαίρι του 2012 προτίμησε να συνεχίσει την καριέρα του στους Miami Heat και να διεκδικήσει έναν τίτλο ακόμα με αποτέλεσμα να θεωρηθεί προδότης στην Βοστώνη που ήταν η άμεση αντίπαλος της νέας του ομάδας στην Ανατολή. Στα 37 του ο ρόλος που είχε ήταν απλά να περιμένει «οπλισμένος» για να εκτελέσει για τρεις και ήταν άψογος στα καθήκοντα του. Μπορεί να έπαιζε περίπου 26 λεπτά ανά αγώνα, αλλά όταν κρινόταν το αποτέλεσμα ενός παιχνιδιού ήταν πάντα στο παρκέ. Στην καλύτερη του εμφάνιση με τους Heat στις 3 Νοεμβρίου του 2012 πέτυχε 23 πόντους με 6/10 τρίποντα και ήταν αυτός που είχε διαμορφώσει το υπέρ τους 119-116 απέναντι στους Denver Nuggets με τρίποντο και φάουλ στα τελευταία δευτερόλεπτα.
Στο έκτο παιχνίδι των τελικών του 2013 έζησε την μεγαλύτερη στιγμή της καριέρας του, καθώς πρωταγωνίστησε σε μία φάση που ουσιαστικά έκρινε την εξέλιξη τους και πέρασε στην ιστορία. Οι Heat βρίσκονταν πίσω 3-2 στην σειρά με τους San Antonio Spurs και με 20 δευτερόλεπτα να απομένουν για την ολοκλήρωση της αναμέτρησης έχαναν 95-92. Μετά το άστοχο τρίποντο του LeBron James, ο Chris Bosh πήρε το επιθετικό ριμπάουντ και πάσαρε κατευθείαν στον Allen που έστειλε τον αγώνα στην παράταση ισοφαρίζοντας με τρίποντο. Το Miami επικράτησε τελικά 103-100 και κέρδισε και το έβδομο παιχνίδι κατακτώντας για δεύτερη συνεχόμενη χρονιά το πρωτάθλημα.
Την επόμενη σεζόν οι Spurs πήραν την ρεβάνς και ο πέμπτος αγώνας των τελικών του 2014 ήταν το τελευταίο παιχνίδι του Allen. Παρόλα αυτά αποσύρθηκε επίσημα από την ενεργό δράση το Νοέμβριο του 2016, καθώς στο ενδιάμεσο σκεφτόταν σοβαρά να αγωνιστεί ξανά, όμως τελικά δεν το έκανε. Κατά την διάρκεια της καριέρας του σκόραρε 24.505 πόντους, πήρε δύο πρωταθλήματα (2008, 2013), έγινε 10 φορές All Star (2000, 2001, 2002, 2004, 2005, 2006, 2007, 2008, 2009, 2011), είναι ο παίκτης που έχει βάλει τα περισσότερα τρίποντα στην ιστορία του NBA τόσο στην κανονική περίοδο (2.973) όσο και στα playoffs (385) και μέχρι ο Stephen Curry, που καταρρίπτει τα ρεκόρ του στα τρίποντα το ένα πίσω από το άλλο, να τον ξεπεράσει θα αποτελεί τον κορυφαίο σουτέρ όλων των εποχών.
Αφήστε μια απάντηση