Αυτά τα πράγματα έτσι λειτουργούν. Ο προπονητής που έχει μια έμπνευση σε έναν τελικό ή θα αποθεωθεί σε περίπτωση που του βγει και κατακτήσει το τρόπαιο ή θα χρεωθεί την ήττα εάν η φαεινή ιδέα του «εκπυρσοκροτήσει» και η απόφαση του Pep Guardiola να παρατάξει ενδεκάδα χωρίς καθαρόαιμο αμυντικό χαφ σε αυτόν του Champions League ανήκει στην δεύτερη κατηγορία.

Η Manchester City ήταν μεν το φαβορί, όμως ηττήθηκε από την Chelsea με 1-0 με την φάση του γκολ να εκθέτει τον προπονητή της για την επιλογή που έκανε. Προς έκπληξη όλων όταν έγιναν γνωστές οι ενδεκάδες των δύο ομάδων από αυτήν της City έλειπε το όνομα του Rodri και δεν υπήρχε ούτε αυτό του Fernadinho. Χωρίς κανένα προφανή λόγο ο Guardiola άφησε στον πάγκο έναν από τους πιο κομβικούς παίκτες του, αλλά και τον αντικαταστάτη του κάτι που συνέβη για πρώτη φορά την φετινή σεζόν. Σε όλους τους αγώνες της ομάδας του στην Premier League και στο Champions League εάν ο Ισπανός αμυντικός χαφ δεν ήταν στο αρχικό σχήμα ήταν τουλάχιστον ο Βραζιλιάνος.

Το ακάλυπτο κενό

Το «όνειρο» που είδε ο Guradiola και κατάλαβε μόνο ο ίδιος του υπέδειξε να μην χρησιμοποιήσει από το ξεκίνημα κανέναν από τους δύο στο σημαντικότερο παιχνίδι της χρονιάς και να τοποθετήσει σε αυτή την θέση τον Ilaky Gundogan βάζοντας ο ίδιος «τρικλοποδιά» στην προσπάθεια της ομάδας του να πάρει το πρώτο της Champions League. Ο Γερμανός από εκεί που όλη τη σεζόν έπαιζε σαν κρυφός σέντερ φορ και απέδιδε τα μέγιστα όντας ο πρώτος σκόρερ της City κλήθηκε από το πουθενά να αποτελέσει τον συνδετικό κρίκο μεταξύ άμυνας και μεσαίας γραμμής και ήταν σαν μην έπαιξε καθόλου στον τελικό. Το αποτέλεσμα λοιπόν ήταν η City να χάσει κατά κράτος την μάχη του κέντρου όπου ο πολυτιμότερος παίκτης του τελικού, N’Golo Kante, έκανε ό,τι ήθελε και να προδοθεί από την έλλειψη αμυντικού χαφ στην φάση που καθόρισε το αποτέλεσμα.

Μερικά λεπτά πριν τη λήξη του ημιχρόνου ο Kai Havertz, που δεν είχε σκοράρει ποτέ στην διοργάνωση, βρέθηκε ολομόναχος με την μπάλα στα πόδια σε ένα τεράστιο κενό ανάμεσα στους δύο κεντρικούς αμυντικούς της City και δεν είχε κανένα πρόβλημα να νικήσει τον τερματοφύλακα της πετυχαίνοντας το γκολ που χάρισε τον τίτλο της πρωταθλήτριας Ευρώπης στην Chelsea. Πολλοί έσπευσαν να πουν πως είναι ανεπίτρεπτο να δέχεσαι τέτοιο γκολ και μίλησαν για κακή συνεννόηση και λάθος αποστάσεις μεταξύ των αμυντικών. Αυτό είναι το εύκολο συμπέρασμα και έχει κάποια βάση, αλλά τι να σου κάνουν κι αυτοί όταν έτσι όπως αγωνίζεται η ομάδα τους όλο το χρόνο ξέρουν πως σε αυτό το σημείο θα έπρεπε να βρίσκεται ο Rodri ή ο Fernandinho για να καθαρίσει τη φάση.

Υπό κανονικές συνθήκες ο Ισπανός, που είναι ο βασικός αμυντικός χαφ της City, θα βρισκόταν ανάμεσα στους δύο center back της. Αυτός είναι ο ρόλος του όταν αμύνεται η ομάδα του και η άνευ αιτίας απουσία του της στοίχησε την μεγαλύτερη επιτυχία της ιστορίας της. Όχι πως αν αγωνιζόταν θα κέρδιζε όμως, σε έναν τελικό όπου η Chelsea είχε άλλη μία μεγάλή ευκαιρία η οποία προήλθε από αντεπίθεση την ώρα που η City την έπαιζε στο μισό γήπεδο επιχειρώντας ανορθόδοξα να ισοφαρίσει, θα μπορούσε τουλάχιστον να έχει αποφύγει το γκολ που της στέρησε τον τίτλο γιατί κατά τα άλλα θα σκόραρε μόνο με θαύμα. Το γεγονός πως οι παίκτες της δυσκολεύονται να στείλουν τη μπάλα στα δίχτυα είναι γνωστό και απέναντι σε μια καλά οργανωμένη άμυνα ήταν αναμενόμενο πως θα είχαν ακόμα μεγαλύτερο θέμα σε αυτό τον τομέα.

Ακίνδυνη επίθεση

Παρόλα αυτά ο Guardiola επέλεξε να βάλει τον πρώτο του σκόρερ σε μία θέση που δεν είχε καμία δουλειά να βρίσκεται σε ένα τέτοιο παιχνίδι και να αφήσει εκτός δύο παίκτες που μπορούσαν να την κάνουν τέλεια γιατί ξέρουν πως γίνεται. Εκτός αυτού ο Gundogan είχε αποχωρήσει τραυματίας από την τελευταία προπόνηση και πάνω απ’ όλα εδώ και δυόμιση μήνες είναι ντεφορμέ. Δηλαδή ο Ισπανός τεχνικός αποφάσισε να ανοίξει μόνος του μια τεράστια «τρύπα» στην αδιαπέραστη άμυνα του η οποία οδήγησε την City ξανά στην κορυφή του Αγγλικού Πρωταθλήματος και την έφερε για πρώτη φορά στον τελικό του Champions League. Το γράφουμε ξανά με άλλα λόγια μήπως το εμπεδώσουμε κάποια στιγμή.

Αν έπρεπε κάπου να ρισκάρει λοιπόν ήταν στην επίθεση. Άλλωστε απέναντι του είχε μία ομάδα που βασιζόταν σε πολύ μεγάλο βαθμό στην αμυντική λειτουργία της και ολοκλήρωσε την διοργάνωση χωρίς να δεχτεί ούτε ένα γκολ στα εννιά από τα 13 παιχνίδια που έδωσε μέχρι να φτάσει στην κατάκτηση του τίτλου. Με το σύστημα που ακολούθησε ο Guardiola ο Kevin De Bruyne έγινε αυτός το ψεύτικο «9άρι», αλλά στην πραγματικότητα ήταν όλη η City στον τελικό. Κουβαλούσε συνεχώς τη μπάλα και εκτός του ό,τι έπρεπε να δημιουργήσει έπρεπε και να σκοράρει. Κάτι που όμως δεν μπορούσε να γίνει, αφού για να βρεθεί σε θέση βολής έπρεπε κάποιος να τον τροφοδοτήσει και η μπάλα έφτανε στην αντίπαλη περιοχή μόνο όταν ξεκινούσε από τα δικά του πόδια.

Κακά τα ψέματα όσο καλός και να είναι ο Βέλγος αυτό τον ρόλο δεν μπορούσε να τον παίξει. Ουσιαστικά ο Guardiola με τις επιλογές του εκτός από το μεγάλο κενό ανάμεσα στους δύο κεντρικούς αμυντικούς του μεγάλωσε κι άλλο αυτό στο κέντρο της επίθεσης του. Χωρίς κλασικό σέντερ φορ και τον Gundogan να καλύπτει όπως όλο το χρόνο αυτό το χώρο δεν βρέθηκε κανένας στην πορεία της μπάλας για να την στείλει στα δίχτυα τις ελάχιστες φορές που αυτή πέρασε από την «καρδιά» της περιοχής της Chelsea. Μπορεί ο Gabriel Jesus να μην σκοράρει με μεγάλη συχνότητα και ο Sergio Aguero να έρχεται πλέον μόνιμα από τον πάγκο μια φορά στο τόσο, αλλά δεδομένων των συνθηκών και της σημασίας της αναμέτρησης ίσως ένας από τους δύο να έπρεπε να βρίσκεται από την αρχή στον αγωνιστικό χώρο.

Ήταν ήδη αργά

Για να συμβεί όμως αυτό έπρεπε να αποχωρήσει τραυματίας ο De Bruyne και να πάρει αναγκαστικά την θέση του ο Βραζιλιάνος επιθετικός. Εκεί τελείωσαν όλα για την City. Τέσσερα λεπτά αργότερα ο Guardiola έβαλε τον Fernandinho βγάζοντας τον Bernanrdo Silva που ήταν ανύπαρκτος και η η μεσσία γραμμή της ομάδας του απέκτησε «σφυγμό», αλλά ήταν ήδη αργά. Απέμεναν μεν 25 λεπτά συν τις καθυστερήσεις, όμως χωρίς τον De Bruyne η City δεν μπορούσε να κάνει φάσεις. Η Chelsea είχε οχυρωθεί καλά στα μετόπισθεν για να διατηρήσει το 1-0 και η αλήθεια είναι πως πέτυχε τον σκοπό της αναίμακτα, ενώ θα μπορούσε να είχε τελειώσει το παιχνίδι εάν ο Christian Pulisic δεν αστοχούσε σε τετ α τετ με τον Ederson.

Σε αντίθεση με τον Guardiola ο Thomas Tuchel έμεινε πιστός στο συνηθισμένο πλάνο του και έκανε απλά πράγματα. Ο Γερμανός τον Ιανουάριο παρέλαβε από τον Frank Lampard μια ομάδα με διαλυμένη άμυνα και παίκτες που δεν εμπιστεύονταν τον προπονητή τους επειδή κι αυτός δεν τους έδειχνε εμπιστοσύνη και έπραξε το αυτονόητο. Εξασφάλισε πρώτα πως δεν θα δέχεται εύκολα γκολ και στην συνέχεια αναζήτησε τρόπο για να βάζει. Σταδιακά κέρδισε τους παίκτες του, δημιούργησε καλό κλίμα στα αποδυτήρια και έφτιαξε ένα μαχητικό σύνολο που στο γήπεδο παλεύει ασταμάτητα για 90 λεπτά. Η Chelsea δεν εντυπωσίασε με τον τρόπο παιχνιδιού της, υστερούσε ποιοτικά σε σχέση με άλλες ομάδες, όμως έμαθε να παίρνει αποτελέσματα.

Με άμυνα, πίεση, ταχύτητα, αντεπιθέσεις και απόλυτη πίστη στις οδηγίες του προπονητή της. Χαρακτηριστικό παράδειγμα το γεγονός πως παρότι στον τελικό έχασε τον καλύτερο αμυντικό της, όταν ο Thiago Silva τραυματίστηκε, η αμυντική λειτουργία της δεν επηρεάστηκε καθόλου και δεν επέτρεψε στην City να την απειλήσει. Με αυτό τον τρόπο και με τον Tuchel στον πάγκο της την κέρδισε για 3η φορά φέτος σε ισάριθμες αναμετρήσεις, αφού μετά το 1-0 στα ημιτελικά του FA Cup ακολούθησε το εκτός έδρας 2-1 για το πρωτάθλημα. Ο Guardiola πριν από τον τελικό δήλωσε πως αυτή τη φορά ξέρει πως να κερδίσει, αλλά κανείς δεν κατάλαβε πως του ήρθε αυτή η ιδέα και τι τον έκανε να την εφαρμόσει.