Εφτά συνεχόμενα πρωταθλήματα και συνολικά 10 σε 12 χρόνια χωρίς ούτε μία ήττα στα τέσσερα από αυτά. Το UCLA αποτελεί την κορυφαία ομάδα στην ιστορία του NCAA και έχει θέσει τόσο ψηλά τον πήχη που τα μυθικά κατορθώματα του είναι άπιαστα για οποιοδήποτε άλλο κολέγιο.

Το 1962 ο John Wooden, που καθόταν στον πάγκο των Bruins (το προσωνύμιο του UCLA) από το 1949, είδε επιτέλους μια δουλειά χρόνων να αποδίδει καρπούς καθώς τους οδήγησε για πρώτη φορά στην ιστορία τους στο Final 4 του Κολεγιακού Πρωταθλήματος. Μπορεί να ηττήθηκαν στον ημιτελικό 72-70 από το Cincinnati, που στην συνέχεια κατέκτησε τον τίτλο, αλλά διαπίστωσε πως η ομάδα του ήταν πλέον έτοιμη για να βρεθεί στην κορυφή και δεν είχε άδικο. Δύο χρόνια αργότερα το UCLA υπό τις οδηγίες του ξεκίνησε μια δυναστεία που βασιζόταν στην πυραμίδα της επιτυχίας όπως την έλεγε. Σύμφωνα με τον Wooden επιτυχία είναι η γαλήνη του μυαλού που προέρχεται από την ικανοποίηση του να ξέρεις πως έκανες το καλύτερο δυνατό για να γίνεις η καλύτερη δυνατή εκδοχή του εαυτού σου και η πυραμίδα της περιελάβανε τις εξής αρχές από κάτω προς τα πάνω που βέβαια συνοδεύονταν από τις απαραίτητες οδηγίες.

  • Εργατικότητα: Δεν υπάρχει υποκατάστατο της δουλειάς, ό,τι αξίζει είναι αποτέλεσμα σκληρής δουλειάς και προσεκτικού σχεδιασμού.
  • Φιλία: Προέχεται από αλληλοσεβασμό και χρειάζεται κοινή προσπάθεια για να διατηρηθεί.
  • Αφοσίωση: Στον εαυτό σου και σε όσους βασίζονται σε εσένα.
  • Συνεργασία: Να ακούς αν θες να ακουστείς. Να σε ενδιαφέρει να βρεις την καλύτερη λύση για όλους και όχι μόνο για εσένα.
  • Φιλοδοξία: Για ευγενείς στόχους.
  • Αυτοέλεγχος: Σωστή κρίση και κοινή λογική.
  • Ετοιμότητα: Να είσαι πρόθυμος να μαθαίνεις και να βελτιώνεσαι.
  • Πρωτοβουλία: Καλλιέργησε την ικανότητα να παίρνεις αποφάσεις και να σκέφτεσαι μόνος σου. Μην φοβάσαι να αποτύχεις, μάθε από αυτό.
  • Προθέσεις: Να θέτεις ρεαλιστικούς στόχους και να επικεντρώνεσαι στο πως θα τους πετύχεις προβάλλοντας αντίσταση σε κάθε πειρασμό με το να είσαι αποφασιστικός και επίμονος.
  • Ειλικρίνεια: Κρατάει τους φίλους.
  • Προσαρμοστικότητα: Σε όλες τις καταστάσεις.
  • Κατάσταση: Πνευματική-ηθική-φυσική. Ξεκούραση, άσκηση και σωστή διατροφή είναι απαραίτητες. Το ίδιο και η αυτοσυγκράτηση. Η υπερβολική χαλάρωση επιβάλλεται να αποβληθεί.
  • Δεξιότητα: Γνώση, σωστή και άμεση εκτέλεση των όσων λέμε στην προπόνηση. Να ξέρεις ακόμα και την παραμικρή λεπτομέρεια.
  • Ομαδικό πνεύμα: Να νοιάζεσαι για τους άλλους και να είσαι διατεθειμένος να θυσιάσεις τις προσωπικές φιλοδοξίες σου για το κοινό καλό.
  • Τιμιότητα: Στην σκέψη και στην πράξη.
  • Επινοητικότητα: Σωστή κρίση.
  • Ακεραιότητα: Να είσαι απλά ο εαυτός σου.
  • Αυτοπεποίθηση: Σεβασμός χωρίς φόβο. Προέρχεται από το να είσαι κατάλληλα προετοιμασμένος και να βλέπεις τα πράγματα από την σωστή πλευρά.
  • Αξιοπιστία: Δημιουργεί σεβασμό.
  • Πάλη: Αποφασιστική προσπάθεια.
  • Εντιμότητα: Αγνές προσθέσεις.
  • Ανταγωνιστικό μεγαλείο: Να είσαι στα καλύτερα σου όταν χρειάζεται και να απολαμβάνεις μια δύσκολη πρόκληση.
  • Πίστη: Μέσω της προσευχής.
  • Υπομονή: Τα καλά πράγματα θέλουν χρόνο.

Παρότι κορυφώθηκε με πρωταγωνιστές δύο από τους καλύτερους center όλων των εποχών (Kareem Abdul-Jabbar, Bill Walton) αυτή είναι μια ιστορία που ξεκίνησε να γράφεται από τους κοντούς. Η επίθεση που χρησιμοποιούσε τότε ο Wooden αποτέλεσε μπούσουλα για τους μεταγενέστερους προπονητές και θεωρείται η βάση όλων των σύγχρονων συστημάτων. Για να κάνει την ομάδα του πρωταθλήτρια όμως χρειαζόταν και την άμυνα. Ο βοηθός του, Jerry Norman, τον έπεισε να χρησιμοποιήσει πιεστική ζώνη σε όλο το γήπεδο επειδή είχε μόνο έναν παίκτη με ύψος πάνω από δύο μέτρα (και αυτόν οριακά στα 2.01) και τα αποτελέσματα ήταν θεαματικά. Η ασφυκτική πίεση που ασκούσε το UCLA οδηγούσε τους αντιπάλους του σε αμέτρητα λάθη τα οποία εκτόξευσαν την επιθετική παραγωγικότητα του και έτσι το 1964 έφτασε στην κατάκτηση του πρώτου του τίτλου με 30 νίκες σε ισάριθμα παιχνίδια.

Χαρακτηριστικό παράδειγμα η νίκη (98-83) επί του Duke στον τελικό του Final 4. Οι Blue Devils ως ψηλότερη και συνάμα πιο δυσκίνητη ομάδα δεν μπόρεσαν να ανταπεξέλθουν στην πίεση και υπέπεσαν σε 29 λάθη. Το UCLA μέσα στην σεζόν έπεφτε με το ζόρι κάτω από τους 90 πόντους, έφτασε στο Final 4 αποκλείοντας Seattle (95-90) και San Francisco (76-72), ενώ στον ημιτελικό κέρδισε 90-84 το Kansas State βασιζόμενο κατά κύριο λόγο στο δίδυμο Walt Hazzard (point guard, 1.88 μέτρα)-Gail Goodrich (shooting guard, 1.85 μέτρα). Ο Goodrich ήταν ο πρώτος του σκόρερ στον τελικό με 27 πόντους και προτού μεταπηδήσει στο NBA, όπου έκανε σπουδαία καριέρα με τους Los Angeles Lakers, πραγματοποίησε μια απίθανη σεζόν που κατέληξε σε δεύτερο σερί πρωτάθλημα.

Το 1965 αναδείχτηκε παίκτης της χρονιάς στο NCAA και στο March Madness κατατρόπωσε όποια άμυνα βρέθηκε στον δρόμο του. Φόρτωσε το καλάθι του BYU (Brigham Young University) με 40 πόντους ώστε το UCLA να επικρατήσει 100-76, στη νίκη επί του San Francisco με 101-93 σταμάτησε στους 30 και στο Final 4 συνέχισε ακάθεκτος. Στον ημιτελικό σκόραρε 28 πόντους προκριμένου οι Bruins να κερδίσουν 108-89 το Wichita State και στο 91-80 επί του Michigan στον τελικό έκανε ρεκόρ, που έσπασε μερικά χρόνια αργότερα ένας άλλος παίκτης του UCLA, σημειώνοντας 42 πόντους. Αμέσως μετά βρέθηκε στο NBA για να γίνει πέντε φορές All-Star και να πάρει το πρωτάθλημα με τους Lakers (έχουν αποσύρει την φανέλα του με το νούμερο 25) το 1972 ως ο πρώτος σκόρερ της λίγκας με μέσο όρο 25.9 πόντους.

Η φυγή του Goodrich διέκοψε το σερί των επιτυχιών το 1966, όμως η έλευση του Kareem Abdul-Jabbar που τότε δεν είχε ασπαστεί ακόμα τον Ισλαμισμό και ήταν γνωστός ως Lew Alcindor έδωσε το έναυσμα για την απόλυτη κυριαρχία. Το 1967 το UCLA πήρε πάλι αήττητο το πρωτάθλημα με τον center του να αλλάζει τις ισορροπίες και τους κανονισμούς. Βλέποντας τον Jabbar να έχει μέσο όρο 29 πόντους το NCAA από την επόμενη χρονιά απαγόρευσε τα καρφώματα (επιτράπηκαν ξανά το 1977), αλλά αυτό δεν στάθηκε ικανό να τον σταματήσει. Στα τρία χρόνια που έμεινε στο κολέγιο οδήγησε τους Bruins στην κατάκτηση ισάριθμων τίτλων με μόλις δύο ήττες και εκτός από το 1967 αναδείχτηκε πολυτιμότερος παίκτης του March Madness τόσο το 1968 όσο και το 1969.

Το ’67 είχε 29 πόντους και 10 ριμπάουντ στο 109-60 επί του Wyoming, 38 πόντους και 14 ριμπάουντ στο 80-64 επί του Pacific, στον ημιτελικό του Final 4 η στατιστική του κατέγραψε 19 πόντους και 20 ριμπάουντ στο 73-58 επί του Houston και στον τελικό είχε 20 πόντους και 18 ριμπάουντ στο 79-64 επί του Dayton. To 68′ θύματα του ήταν το New Mexico (58-49) απέναντι στο οποίο είχε 28 πόντους και 23 ριμπάουντ, η Santa Clara (87-66) κόντρα στην οποία είχε 22 πόντους και 18 ριμπάουντ, στον ημιτελικό του Final 4 έβαλε 19 πόντους και πήρε 18 ριμπάουντ με το UCLA να κερδίζει το Houston 101-69 και στο 78-55 επί του North Carolina στον τελικό είχε 34 πόντους και 16 ριμπάουντ. Το 69′ πάλι πήγε τελείως χαλαρά με λιγότερους από 20 πόντους στις αναμετρήσεις με New Mexico (53-38) και Santa Clara (90-52) και φόρτσαρε στο Final 4 με 25 πόντους και 21 ριμπάουντ στο 85-82 επί του Drake στον ημιτελικό και με 37 πόντους και 20 ριμπάουντ στον τελικό απέναντι στο Purdue (92-72).

Ο Jabbar έφυγε για να συνεχίσει να κυριαρχεί στο NBA, αλλά οι τίτλοι για το UCLA εξακολουθούσαν να διαδέχονται o ένας τον άλλο. Η τριάδα των Henry Bibby (point guard), Sidney Wicks (center) και Curtis Rowe (power forward) το οδήγησε σε άλλους δύο το 1970 και το 1971. Αυτός που ξεχώριζε ήταν ο Wicks που αργότερα αναδείχτηκε rookie της χρονιάς στο NBA (1972) και έγινε τέσσερις φορές All-Star παίζοντας για τους Portland Trail Blazers. Από αναπληρωματικός του Jabbar το 1969 ανέλαβε τον ρόλο του ηγέτη και διέπρεψε. Ήταν ο πολυτιμότερος παίκτης του Final 4 το ’70 με 22 πόντους και 16 ριμπάουντ στο 93-77 του ημιτελικού κόντρα στο New Mexico και 17 πόντους και 18 ριμπάουντ στο 80-69 του τελικού επί του Jacksonville.

Όσο για το ’71 μπορεί να ήταν η καλύτερη του χρονιά (είχε μέσο όρο 21.3 πόντους και 12.8 ριμπάουντ), αλλά τα πράγματα στο March Madness ήταν πιο δύσκολα από κάθε άλλη φορά. Μετά το 91-73 με το BYU το UCLA ζορίστηκε απέναντι στο Long Beach State (57-55), στον ημιτελικό του Final 4 χρειάστηκε 21 δικούς του πόντους, 18 από τον Bibby και 16 με 15 ριμπάουντ από τον Rowe για να κάμψει την αντίσταση του Kansas (68-60) και στον τελικό κέρδισε 68-62 το Villanova με ανέλπιστο ήρωα τον Steve Patterson (center) που σκόραρε 29 πόντους. Αυτή ήταν μια καλή ευκαιρία για κάποιο άλλο κολέγιο να βρεθεί στην κορυφή, καθώς οι Bruins κατά την επόμενη διετία έγιναν ξανά ο φόβος και ο τρόμος κάθε αντιπάλου.

Με τον Bill Walton είχαν και πάλι στην πεντάδα τους έναν ανίκητο center και πήραν τον τίτλο χωρίς ούτε μια ήττα το 1972 και το 1973 φτάνοντας τα εφτά συνεχόμενα πρωταθλήματα. Η ομάδα του UCLA το 1972 θεωρείται από πολλούς η κορυφαία όλων των εποχών στο NCAA, αφού σκόραρε 94.6 πόντους ανά αγώνα (στα πρώτα εφτά παιχνίδια εκείνης της σεζόν έβαλε πάνω από 100 και σε πέντε συνεχόμενα ξεπέρασε τους 110) και κέρδιζε με μέση διαφορά 30.3 πόντων με τον Walton να έχει μέσο όρο 21.1 πόντους και 15.5 ριμπάουντ. Εννοείται πως ήταν ο πολυτιμότερος παίκτης του Final 4, καθώς στον ημιτελικό είχε 33 πόντους και 21 ριμπάουντ στο 96-77 επί του Louisville, ενώ στον τελικό σκόραρε 24 πόντους και μάζεψε 20 ριμπάουντ απέναντι στο Florida State. Μάλιστα το τελικό σκορ (81-76) τον είχε κάνει να δηλώσει πως η ομάδα του δεν είχε παίξει καλά γιατί αυτό ήταν το μόνο παιχνίδι που κέρδισε με μονοψήφια διαφορά εκείνη τη χρονιά.

Το ’73 το UCLA δεν ήταν τόσο ισοπεδωτικό, αλλά με 20.4 πόντους και 16.9 ριμπάουντ από τον Walton έκανε πάλι το 30/30 επικρατώντας με μέση διαφορά 21.2 πόντων. Φυσικά για δεύτερη συνεχόμενη χρονιά το βραβείο του MOP (Most Outstanding Player) του Final 4 κατέληξε στα χέρια του center του. Ο Walton (14 πόντοι, 17 ριμπάουντ, 9 ασίστ) έχασε για μία ασίστ το triple-double στο 70-59 επί της Indiana στον ημιτελικό και στον τελικό πραγματοποίησε την απόλυτη εμφάνιση. Φόρτωσε το καλάθι του Memphis, που ηττήθηκε από τους Bruins 87-66, με 44 πόντους έχοντας 21/22 σουτ και να φανταστείτε πως αποχώρησε τραυματίας από το παιχνίδι τρία λεπτά πριν από τη λήξη. Η ατάκα του Wooden που του είπε «νόμιζα πως είσαι καλός παίκτης μέχρι που έχασες εκείνο το σουτ» έμεινε στην ιστορία όπως και το ρεκόρ των περισσότερων πόντων σε τελικό που κρατάει μέχρι σήμερα.

Ο Walton το 1974 αναδείχτηκε για 3η συνεχόμενη χρονιά κορυφαίος παίκτης του Κολεγιακού Πρωταθλήματος, όμως το σερί του UCLA τερματίστηκε με την ήττα (80-77) από το North Carolina στην δεύτερη παράταση στον ημιτελικό του Final 4. Κι όμως παρά την αποχώρηση του για το NBA όπου στέφτηκε πρωταθλητής με τους Blazers το 1977 και ήταν MVP της κανονικής περιόδου το 1978 (σ.σ. η καριέρα του δυστυχώς καταστράφηκε από σοβαρούς τραυματισμούς αλλά επανήλθε το 1986 για να βοηθήσει τους Boston Celtics να πάρουν το πρωτάθλημα και να αναδειχτεί καλύτερος έκτος παίκτη του NBA) το UCLA το 1975 ανέκτησε τα σκήπτρα του.

Στην τελευταία του χρονιά στους πάγκους ο Wooden έφτιαξε ένα σύνολο που μετέπειτα έστειλε εφτά παίκτες στο NBA, όμως για τα δεδομένα του NCAA δεν είχε κανέναν σταρ. Με πρωταγωνιστή τον Richard Washington (center), που πέτυχε 26 πόντους το UCLA κέρδισε 75-74 το Louisville στον ημιτελικό του Final 4 και στον τελικό επικράτησε με 92-85 του Kentucky χάρη σε 26 πόντους από τον Washington και 24 από τον Dave Meyers (power forward). Έτσι ο κορυφαίος προπονητής όλων των εποχών στο Κολεγιακό Πρωτάθλημα και ένας εκ των καλύτερων στην ιστορία του αθλήματος άφησε τους πάγκους (σ.σ. ανακοίνωσε την αποχώρηση του μετά τον ημιτελικό) έχοντας κατακτήσει 10 τίτλους ρεκόρ το οποίο, όπως και η δυναστεία που δημιούργησε, θα μείνει αξεπέραστο αφού στην λίστα με τα περισσότερα πρωταθλήματα τον ακολουθεί ο Mike Krzyzewski με πέντε.

Το UCLA πήγε στο Final 4 και το 1976 πετυχαίνοντας ένα ακόμα ρεκόρ με τις 10 συνεχόμενες παρουσίες του. Ηττήθηκε 65-51 από την Indiana, ενώ το 1980 έχασε στον τελικό 59-54 από το Louisville. Από τότε για να βρεθεί στο Final 4 πέρασαν 15 χρόνια. Το 1995 οι Bruins πήραν το 11ο και τελευταίο έως τώρα πρωτάθλημα τους επικρατώντας του Arkansas 89-78 και παρότι στην συνέχεια το Kentucky κατέκτησε τρεις τίτλους εξακολουθούν να έχουν τους πιο πολλούς στην ιστορία του NCAA, καθώς βρίσκεται πίσω τους με οκτώ. Το 2006 έχασαν στον τελικό 73-57 από την Florida, το 2007 και το 2008 στον ημιτελικό από Florida (76-56) και Memphis (78-63) αντίστοιχα, ενώ φέτος αποτελούν την μεγάλη έκπληξη του March Madness.

Αν και μπήκαν από το παράθυρο, καθώς χρειάστηκε να δώσουν αγώνα μπαράζ για μια θέση ανάμεσα στις καλύτερες 64 ομάδες του Κολεγιακού Πρωταθλήματος, έφτασαν ξανά στο Final 4 μετά από 13 χρόνια πετώντας έξω στα προημιτελικά το Michigan που οδηγούμενο από τον προπονητή της χρονιάς, Juwan Howard, ήταν ένα από τα φαβορί για την κατάκτηση του πρωταθλήματος. Αντίπαλος τους στον ημιτελικό το απόλυτο φαβορί για τον τίτλο και αήττητο Gonzaga που ψάχνει το πρώτο του πρωτάθλημα σε μια σεζόν παρόμοια με την προ 57 ετών δική του.