Πλέον στο NBA το να αναπτύξεις τους παίκτες που ήδη έχεις αποδεικνύεται πως είναι πιο σύντομος δρόμος για rebuilding από το να χαραμίσεις 2-3 ή και περισσότερες σεζόν προκειμένου να πάρεις μελλοντικούς σταρ από το draft.
Ο όρος tanking μπήκε στα λεξιλόγιο του NBA την τελευταία πενταετία, καθώς όλο και περισσότερες ομάδες άρχισαν να συναγωνίζονται η μία την άλλη για το ποια θα κάνει τις λιγότερες νίκες ώστε να έχει περισσότερες πιθανότητες να επιλέξει πρώτη στο draft. Με μερικές καλές επιλογές στα υψηλά νούμερα ορισμένες κατάφεραν να πρωταγωνιστούν ξανά, αλλά οι περισσότερες το παλεύουν ακόμα.
Αυτή η διαδικασία όμως είναι χρονοβόρα. Μετά τις συνεχόμενες κακές χρονιές που θα πρέπει να κάνεις για να είσαι ψηλά στο draft κάθε χρόνο, στην συνέχεια ακολουθεί η αναμονή μέχρι να ωριμάσουν οι παίκτες που θα πάρεις και αυτό εάν αποδειχτούν σωστές οι επιλογές σου. Διαφορετικά θα πρέπει να ξεκινήσεις από την αρχή.
Ταυτόχρονα με το tanking όμως προέκυψε και μία άλλη λύση την οποία εφάρμοσαν οι Warriors. Με μόλις μία παρουσία στα playoffs από το 1995 μέχρι το 2012 είχαν την ευκαιρία να επιλέξουν αμέτρητους παίκτες στο draft. Ανάμεσα τους ο Stephen Curry στο νούμερο εφτά το 2009, ο Klay Thompson στο 11 το 2011 και ο Draymond Green στον δεύτερο γύρο στο 35 το 2012.
Κανένας από τους τρεις δεν πήγε στο NBA συνοδευόμενος από τις περγαμηνές ενός εκκολαπτόμενου σούπερ σταρ, αλλά γύρω τους το Golden State «έχτισε» μία από τις καλύτερες ομάδες όλων των εποχών χωρίς να το περιμένει κανείς. Υπό την καθοδήγηση του Jerry West με τον ρόλο του ειδικού συμβούλου (κατέχει πλέον το ίδιο πόστο στους Clippers) και την ανάληψη της θέσης του General Manager από τον Bob Myers, οι Warriors αποφάσισαν να «επενδύσουν» σε αυτή την τριάδα και όταν ανέθεσαν την τεχνική ηγεσία της ομάδας στον Steve Kerr, που μέχρι τότε δεν είχε προπονήσει ποτέ, άλλαξαν το μπάσκετ.
Με άλλα λόγια μπορεί να πει κανείς πως δημιούργησαν μια πολύ πετυχημένη «συνταγή» η οποία απαιτεί διοίκηση και προπονητή με «φρέσκιες» ιδέες και βασίζεται στο player development. Το παράδειγμα τους άργησε να γίνει αντιληπτό, όμως οι ομάδες που το ακολουθούν, αναπτύσσοντας τους δικούς τους παίκτες, όλο και πληθαίνουν.
Πρώτοι και καλύτεροι οι Nets και μάλιστα σε χρόνο ρεκόρ. Με την μετακόμιση τους από το New Jersey στο Brooklyn ο Mikhail Prokhorov, που ακόμα διατηρεί τυπικά το πλειοψηφικό πακέτο των μετοχών τους, ήθελε μεγαλεία και προκειμένου να πρωταγωνιστήσουν άμεσα αποφάσισε να θυσιάσει το μέλλον τους. Για να πάρει τον Kevin Garnett και τον Paul Pierce το καλοκαίρι του 2013 έδωσε στους Celtics τέσσερα draft pick πρώτου γύρου με αυτό του 2016 να μετατρέπεται στο νούμερο τρία και αυτό του 2017 στο νούμερο ένα.
Ο Garnett και ο Pierce λόγω ηλικίας δεν ήταν πλέον σε θέση να κάνουν την διαφορά και έτσι οι Nets από το 2015 μέχρι και φέτος ήταν εκτός playoffs. Στην περίπτωση τους το tanking ήταν ανώφελο, αφού δεν γινόταν να πάρουν κάποιον καλό παίκτη στο draft. Ο Prokhorov απογοητεύτηκε και θέλησε να αποχωρήσει οπότε τον Οκτώβρη του 2017 πούλησε το 49% της ομάδας στον Ταϊβανέζο Joseph Tsai, ο οποίος έχει δεσμευτεί πως μέχρι το 2021 θα ολοκληρώσει την αγορά της.
Με τον Ρώσο μεγιστάνα να μην ασχολείται πλέον ενεργά, οι Nets το 2016 έδωσαν την θέση του General Manager στον Sean Marks, ο οποίος ως παίκτης είχε αγωνιστεί 11 χρόνια στο NBA περνώντας από Raptors, Heat, Spurs, Suns, Pelicans και Blazers. Ο Νέο Ζηλανδός ανήκε επί μία τριετία στο τεχνικό επιτελείο του San Antonio και επέλεξε για προπονητή τον Kenny Atkinson, που μέχρι τότε είχε εργαστεί μόνο ως βοηθός και τα προηγούμενα τέσσερα χρόνια δούλευε στους Hawks.
Οι Nets προέρχονταν από μία σεζόν κατά την οποία είχαν πετύχει μόνο 21 νίκες, δεν είχαν draft picks και δεν μπορούσαν να προσελκύσουν κανένα από τα μεγάλα ονόματα του NBA στην αγορά των free agents. Κι όμως αυτή η ομάδα μετά από τρεις σεζόν βρέθηκε και πάλι στα playoffs. Μην έχοντας άλλη λύση ο Marks και ο Atkinson στηρίχτηκαν στο player development και τα αποτελέσματα ήταν άμεσα. Μπορεί πρόπερσι το Brooklyn να είχε ρεκόρ 20-62 και πέρυσι 28-54, όμως φέτος ξεπέρασε τις 40 νίκες (ολοκλήρωσε την κανονική περίοδο με 42) για πρώτη φορά μετά το 2014.
Πρωταγωνιστές της πορείας του είναι παίκτες όπως ο D’Angelo Russell που στην 4η σεζόν του στο NBA παίζει επιτελούς όπως αναμενόταν όταν οι Lakers τον είχαν επιλέξει στο νούμερο δύο στο draft του 2015. Στο Los Angeles δεν τον πίστεψαν και έτσι ύστερα από δύο χρόνια τον έστειλαν στους Nets όπου αρχικά δεν φαινόταν να αλλάζει κάτι για τον ίδιο, αλλά φέτος έφτασε να σκοράρει 21.1 πόντους και να δίνει 7 ασίστ ανά αγώνα με αποτέλεσμα να γίνει για πρώτη φορά στην καριέρα του All Star και να είναι ένας από τους διεκδικητές του βραβείου για τον πιο βελτιωμένο παίκτη της χρονιάς.
Ο Spencer Dinwiddie πάλι, κατέληξε στο Brooklyn έχοντας κοπεί από τους Pistons και από τους 7.3 πόντους που είχε ανά αγώνα το 2017 φέτος πετυχαίνει 16.8 και αποτελεί παίκτη «κλειδί» για την ομάδα του, αλλά και έναν εκ των καλύτερων αναπληρωματικών σε όλο το NBA.
Ο Caris LeVert είναι ένας παίκτης που προσπέρασαν πολλές ομάδες στο draft του 2016 λόγω των σοβαρών τραυματισμών που είχε αντιμετωπίσει στο NCAA, όμως οι Nets φρόντισαν να τον πάρουν με ανταλλαγή από τους Pacers (σ.σ. τον είχαν διαλέξει στο νούμερο 20) και στην 3η του σεζόν εξελίχτηκε σε πρωταγωνιστή. Ο Joe Harris ήταν ο τελευταίος τροχός της αμάξης στους Cavaliers και μετά από τρία χρόνια στους Nets έχει μετατραπεί στον πιο εύστοχο παίκτη του NBA στα τρίποντα με ποσοστό 47.4%, ενώ σημειώνει κατά μέσο όρο 13.7 πόντους.
Ο Jarrett Allen αποτελεί την κορυφαία επιλογή των Nets στο draft (νούμερο 22 το 2017) τα τελευταία χρόνια και έχει γίνει ο ακρογωνιαίος λίθος της άμυνας τους, ενώ και ο Λετονός rookie, Rodions Kurucs (νούμερο 40 στον δεύτερο γύρο πέρυσι), μέσα από αυτή την διαδικασία έδειξε σε πολύ σύντομο χρονικό διάστημα πως μπορεί να βοηθήσει σημαντικά.
Εξίσου καλή δουλειά έχουν κάνει και οι Nuggets με αυτό τον τρόπο. Το 2013 όταν και μπήκαν για τελευταία φορά στα playoffs πραγματοποίησαν την καλύτερη σεζόν της ιστορίας τους ολοκληρώνοντας την κανονική περίοδο με ρεκόρ 57-25, αλλά από τότε έχουν αλλάξει τα πάντα. Μετά τον αποκλεισμό τους στον πρώτο γύρο από τους Warriors, ο Tim Connelly, που ήταν βοηθός General Manager στους Pelicans, διαδέχτηκε τον Masai Ujiri, ο οποίος πήγε στους Raptors, ως διοικητικός ηγέτης του Denver με σκοπό να δημιουργήσει κάτι εντελώς καινούργιο.
Έχοντας στο πλευρό του τον Arturas Karnisovas, τον οποίο πλέον έχει προάγει σε General Manager, αποφάσισε να «επενδύσει» σε Ευρωπαίους μέσω του draft και παρότι η πρώτη κίνηση του ήταν να παραχωρήσει τα δικαιώματα του Rudy Gobert στους Jazz, έναν χρόνο μετά «ψάρεψε» τον Nikola Jokic στον δεύτερο γύρο στο νούμερο 41. Όταν διαπίστωσαν πως ο Σέρβος είναι ένα σπάνιο ταλέντο, οι Nuggets άρχισαν να βάζουν γύρω του κι άλλους νεαρούς παίκτες και έτσι δεν χρειάστηκε ποτέ να κάνουν tanking.
Από το 36-46 του 2014 την επόμενη σεζόν έπεσαν στο 30-52 και από τότε που ο Mike Malone κάθισε στον πάγκο τους βρίσκονται μόνιμα σε ανοδική πορεία. Το 2016 είχαν ρεκόρ 33-49, πρόπερσι 40-42, πέρυσι 46-36 και φέτος τερμάτισαν δεύτεροι στην Δύση με 54-28. Ο Jokic έχει εξελιχτεί σε έναν από τους πληρέστερους παίκτες του NBA και εκτός από τον πολλά υποσχόμενο Καναδό guard Jamal Murray (νούμερο εφτά στο draft του 2016) έχει στο πλευρό του πλειάδα άλλων παικτών, που πριν πάνε στο Denver πολλοί αγνοούσαν την ύπαρξη τους.
Ο Will Barton στα περίπου πέντε χρόνια που βρίσκεται στην ομάδα έχει εξελιχτεί σε εξαιρετικά αξιόπιστη επιθετική λύση έχοντας μόνιμα διψήφιο μέσο όρο πόντων, ενώ όσο φορούσε την φανέλα των Blazers σκόραρε κάτι λιγότερο από εφτά ανά αγώνα.
Ο Malik Beasley βαδίζει στα χνάρια του, αφού φέτος έκανε το ξεπέταγμα του μετά από δύο χρόνια υπομονής στην άκρη του πάγκου (σ.σ. οι Nuggets των είχαν επιλέξει στο νούμερο 19 στο draft του 2016), ενώ το ίδιο ισχύει και για τον Monte Morris (επιλογή του Denver στον δεύτερο γύρο του draft το 2017 στο νούμερο 52) που φέτος αποτελεί σημαντική λύση ερχόμενος από τον πάγκο.
Στον ίδιο δρόμο βαδίζουν και οι Hawks που ήδη θεωρούνται μία από τις πλέον ανερχόμενες ομάδες στην Ανατολή. Όταν αποφάσισαν να διαλύσουν την ομάδα που έφτασε μέχρι τους τελικούς της Ανατολής το 2015 μπήκαν άμεσα στην λογική του player development. Έτσι πρόπερσι έδωσαν την θέση του General Manager στον Travis Schlenk, που μέχρι πρότινος ήταν βοηθός GM στους Warriors και ο ίδιος με την σειρά του έδωσε πέρυσι αυτήν του προπονητή στον Lloyd Pierce, o οποίος για πέντε χρόνια δούλευε ως assistant στους Sixers με κύριο μέλημα του την ανάπτυξη των παικτών.
Η Atlanta πέρυσι δεν μπήκε στα playoffs (είχε ρεκόρ 24-58), όμως φέτος βελτίωσε το ρεκόρ της (29-53) βασιζόμενη στο νεανικό δίδυμο των Trae Young (νούμερο πέντε πέρυσι στο draft) και John Collins (νούμερο 19 πρόπερσι). Ο Taurean Prince είναι από πέρυσι ο βασικός της shooting guard και ο rookie Kevin Huerter εξελίχτηκε σε άλλη μία ψαγμένη επιλογή στο draft (νούμερο 19 πέρυσι). Φέτος αναμένεται να έχει δύο draft picks μέσα στην πρώτη δεκάδα, καθώς θα της ανήκει και αυτό των Mavericks αν δεν βρεθεί στην πρώτη πεντάδα, οπότε αναμένεται να προσθέσει κι άλλο νέο «αίμα» στο δυναμικό της.
Αξίζει επίσης να αναφέρουμε πως οι Hawks μέσα από την ανάπτυξη των δικών τους παικτών μετέτρεψαν σε σουτέρ τριών πόντων δύο center. Τόσο ο Dewayne Dedmon, όσο και ο Alex Len προτού φορέσουν την φανέλα τους δεν το σκέφτονταν καν να σουτάρουν πίσω από την γραμμή του τριπόντου και τώρα το κάνουν με μεγάλη επιτυχία.
Ένα βήμα πιο μπροστά βρίσκονται οι Kings, που δείχνουν ότι την επόμενη σεζόν θα είναι έτοιμοι για την επιστροφή τους στα playoffs για πρώτη φορά μετά το 2006. Ο Ινδός ιδιοκτήτης του Sacramento, Vivek Ranadive, χρειάστηκε περίπου δύο χρόνια για να καταλάβει σε τι χάλια βρισκόταν διοικητικά η ομάδα του και να πάρει τις σωστές αποφάσεις. Έτσι μετά από ατελείωτες αποτυχημένες επιλογές στο draft και αλλαγές προσώπων σε διοικητικά πόστα σε σημείο που μια περίοδο κανείς δεν ήξερε ποιος κάνει κουμάντο, αποφάσισε να δώσει την θέση του General Manager στον Vlade Divac.
Ο Σέρβος έβαλε τα πράγματα σε τάξη και μέσα σε μια τριετία οι Kings απέκτησαν ένα κορμό από νεαρούς και εξαιρετικά ταλαντούχους παίκτες. Ξεφορτώθηκε τον πολύ καλό αγωνιστικά, αλλά προβληματικό στην συμπεριφορά όσο βρισκόταν στο Sacramento, DeMarcus Cousins παίρνοντας από τους Pelicans τον Buddy Hield, ο οποίος μετά από δυόμιση χρόνια στους Kings άρχισε να δείχνει τις πραγματικές δυνατότητες του και να βάζει 20.7 πόντους ανά αγώνα.
Επέλεξε τον De’Aaron Fox στο νούμερο πέντε στο draft του 2017 και τον Marvin Bagley III στο νούμερο δύο πέρυσι, το 2016 είχε φροντίσει να αποκτήσει τα δικαιώματα του Bogdan Bogdanovic από τους Suns και στο draft του 2015 είχε πάρει στο νούμερο έξι τον Willie Cauley-Stein.
Επίσης ανέθεσε το νέο project στον Dave Joerger, που προηγουμένως είχε κάνει εξαιρετική δουλειά ως πρώτος προπονητής στους Grizzlies και έτσι οι Kings φέτος πέτυχαν τις πιο πολλές νίκες (39) που έχουν κάνει τα τελευταία 13 χρόνια.
Οι περισσότεροι από τους παραπάνω παράγοντες και προπονητές έχουν ήδη ανανεώσει τα συμβόλαια τους για αρκετά χρόνια ακόμα ή βρίσκονται στα πρόθυρα να το κάνουν, αφού οι ομάδες στις οποίες εργάζονται τους έχουν καταθέσει πρόταση επέκτασης της συνεργασίας τους. Αντίθετα οι ομάδες που έχουν επιλέξει το tanking αλλάζουν τους προπονητές σαν τα πουκάμισα και πολλές είναι «ακέφαλες» διοικητικά με αποτέλεσμα να μην ξέρουν τι ακριβώς θέλουν ή πρέπει να κάνουν.
Αφήστε μια απάντηση