Το EuroBasket που παρακολουθούμε είναι πραγματικά το κορυφαίο που έχει γίνει ποτέ. Ωραίες ομάδες, συγκλονιστικές αναμετρήσεις, σπουδαίοι παίκτες που πραγματοποιούν εκπληκτικές εμφανίσεις και φυσικά μεγάλες εκπλήξεις οι οποίες αποτελούν το «αλατοπίπερο» αυτού του υπέροχου τουρνουά. Μεγαλύτερη όλων βέβαια η Πολωνία που έχει κατορθώσει να φτάσει έως τα ημιτελικά μιμούμενη την Τσεχοσλοβακία η οποία το 1985 είχε κάνει το πιο βροντερό «μπαμ» στην ιστορία της διοργάνωσης ολοκληρώνοντας την πορεία της με το ασημένιο μετάλλιο.

Η Πολωνία είναι μια «βόμβα» που πυροδότησε η Ουκρανία και έσκασε στα μούτρα της τέως πια πρωταθλήτριας Ευρώπης Σλοβενίας. Η νίκη των Ουκρανών επί της Ιταλίας στην φάση των ομίλων άλλαξε όλο το EuroBasket, καθώς την έστειλαν ως 4η πάνω στην Σερβία για να αποκλείσει το νούμερο ένα φαβορί της διοργάνωσης και οι ίδιοι βρέθηκαν στην 2η θέση που έφερε στον δρόμο τους έναν αντίπαλο στα μέτρα τους. Έτσι η Πολωνία που βγήκε 3η στον δικό της όμιλο αντί για μία από τις ομάδες που είχαν βλέψεις για μετάλλιο κλήθηκε να αντιμετωπίσει την Ουκρανία βλέποντας ξαφνικά τις πιθανότητες της για πρόκριση να αυξάνονται κατακόρυφα.

Η ομάδα του Igor Milicic, στον οποίο θα αναφερθούμε εκτενώς παρακάτω, βέβαια είχε αρχίσει τις εκπλήξεις από την πρώτη κιόλας αγωνιστική όταν κέρδισε 99-84 την οικοδέσποινα του ομίλου Τσεχία στην Πράγα με την ίδια λογική που στην πορεία απέκλεισε Ουκρανία και Σλοβενία. Παρόλα αυτά αμέσως μετά υπέστη βαριά ήττα 89-59 από την Φινλανδία, πήρε 85-76 το κρίσιμο παιχνίδι με το Ισραήλ που ουσιαστικά της εξασφάλισε την παρουσία της στην επόμενη φάση, κέρδισε με το στανιό 76-69 την Ολλανδία και έκανε φινάλε χάνοντας 96-69 από την Σερβία για να ακολουθήσουν το 94-86 επί των Ουκρανών στους «16» και το απίστευτο αναλογικά με το πως επιτεύχθηκε 90-87 απέναντι στους Σλοβένους στα προημιτελικά.

Σε όλες τις κομβικές νίκες της έως τώρα η Πολωνία είχε ένα αγωνιστικό πλάνο που βασίστηκε σε δύο άξονες. Την εξουδετέρωση του καλύτερου παίκτη του εκάστοτε αντιπάλου και την πολύπλευρη επιθετική συνεισφορά των Mateusz Ponitka και A. J. Slaughter που επωμίστηκαν τόσο το σκοράρισμα όσο και την τροφοδότηση των όποιων συμπαικτών τους μπορούσαν να βοηθήσουν, γιατί η αλήθεια είναι πως με εξαίρεση τους Aleksander Balcerowski και Michal Sokolowski οι υπόλοιποι δεν ήταν σε θέση να ανταποκριθούν επί μονίμου βάσεως στις απαιτήσεις τέτοιων αγώνων. Αναγκαστικά λοιπόν ο Milicic βασίστηκε σε αυτούς τους τέσσερις, όμως όλο και κάποιον άσσο τραβούσε από το μανίκι του.

Στο παιχνίδι με την Τσεχία η Πολωνία φρόντισε ώστε ο τραυματίας Tomas Satoransky να μην της κάνει την παραμικρή ζημιά στα 17 λεπτά που αγωνίστηκε και τον κράτησε στο μηδέν. Ο Ponitka σημείωσε 26 πόντους και με τις 9 ασίστ του δημιούργησε άλλους 20 φέροντας την ευθύνη για τους έξι από τους 14 πόντους του Balcerowski (7 ριμπάουντ, 4 ασίστ), τους εφτά από τους 12 του Sokolowski (7 ριμπάουντ, 4 ασίστ) και για τους τέσσερις από τους 10 του Michal Michalak (4/5 δίποντα σε 18 λεπτά συμμετοχής), ενώ ο Slaughter τον συμπλήρωσε ιδανικά συνεισφέροντας 23 πόντους (5/11 τρίποντα).

Με το Ισραήλ η Πολωνία εξαφάνισε τον Deni Avdija ο οποίος στα 28 λεπτά που έμεινε στο παρκέ κατάφερε να βάλει όλους κι όλους τρεις πόντους. Επιθετικά μπροστάρης αυτή τη φορά ήταν ο Slaughter με 24 πόντους και 6/11 τρίποντα, ενώ οι 5 ασίστ που έδωσε απέφεραν ακόμα 13 πόντους. Ο Ponitka έμεινε μεν στους 11 πόντους, αλλά μάζεψε 9 ριμπάουντ και με τις 7 ασίστ του έφτιαξε 15 πόντους. Από δική τους δημιουργία προήλθαν οι οκτώ από τους 17 πόντους του Balcerowski και οι οκτώ από τους 13 που σκόραρε ο 35χρονος Aaron Cel (4 ασίστ, 3 κλεψίματα) στο μόνο παιχνίδι έως τώρα που είχε διψήφιο αριθμό πόντων.

Ίδιο ήταν και το σενάριο κόντρα στην Ουκρανία. Ο Sviatoslav Mykhailiuk που είχε «σκοτώσει» την Ιταλία με 25 πόντους έμεινε στους 12 με 0/8 τρίποντα και συνολικά 4/14 σουτ κάνοντας την χειρότερη του εμφάνιση στην διοργάνωση. Επιθετικά η Πολωνία πήρε 22 πόντους από τον Ponitka (9 ριμπάουντ, 3 κλεψίματα) και από τις 6 ασίστ του κέρδισε άλλους 16 με τους έξι να είναι τα δύο τρίποντα που έβαλε ο Sokolowski (13 πόντοι, 5 ριμπάουντ, 2 κλεψίματα). Ο Slaughter ήταν επίσης άψογος με 24 πόντους, 4/9 τρίποντα, 5 ριμπάουντ, 2 κλεψίματα και 4 ασίστ από τις οποίες προέκυψαν εννιά πόντοι οι τέσσερις εκ των οποίων ανήκαν στον Balcerowski (14 πόντοι).

Απέναντι στην Σλοβενία αυτό το πλάνο λειτούργησε στην εντέλεια παίρνοντας κάτι παραπάνω από άριστα και θα μείνει στην ιστορία εκτός και αν η Πολωνία καταφέρει να ξεπεράσει τα ήδη απίθανα κατορθώματα της στην συνέχεια. Ο Luka Doncic (11 ριμπάουντ, 7 ασίστ) στο πρώτο ημίχρονο είχε έξι πόντους, 1/5 δίποντα, 1/4 τρίποντα και 3 λάθη για να ολοκληρώσει τον προημιτελικό με 14 πόντους, 2/7 δίποντα, 3/8 τρίποντα, 1/4 βολές και 6 λάθη έχοντας αποβληθεί με πέντε φάουλ. Ο Ponitka (3 κλεψίματα) πάλι έκανε αυτά που περίμεναν όλοι πως θα έκανε ο Σλοβένος. Σκόραρε 26 πόντους (5/13 τρίποντα), μάζεψε 16 ριμπάουντ και με τις 10 ασίστ που μοίρασε δημιούργησε επιπλέον 20 πόντους.

Ο Slaughter (6 ριμπάουντ, 3 κλεψίματα) από την άλλη μπορεί να μην ήταν σε μεγάλη βραδιά και να σταμάτησε στους 16 πόντους με 2/8 τρίποντα, όμως οι 4 ασίστ του κατέληξαν όλες σε τρίποντο και μεταφράστηκαν σε 12 πόντους. Από τους συνήθεις ύποπτους της Πολωνίας προήλθαν οι 10 από τους 14 πόντους του Jaroslaw Zyskowski (3/5 τρίποντα) ο οποίος μέχρι πρότινος μετρούσε 2.6 πόντους ανά αγώνα και δεν είχε ευστοχήσει ούτε σε ένα τρίποντο, οι οκτώ από τους 16 του Sokolowski (5 ριμπάουντ) και οι έξι από τους 11 του Blacerowski. Σημαντικότερο όμως ακόμα και από όλα αυτά ήταν το γεγονός πως η Πολώνια διαχειρίστηκε την αντεπίθεση των Σλοβένων που από το -23 (54-31) βρέθηκαν στο +5 (73-68).

Τα εύσημα φυσικά ανήκουν στον προπονητή της. Ο 46χρονος Milicic (Κροάτης με πολωνική υπηκοότητα) ως παίκτης πέρασε 11 χρόνια αγωνιζόμενος σε πολωνικές ομάδες (το 2004 είχε παίξει στην Ελλάδα φορώντας τη φανέλα του Ηρακλείου) και πλέον έχει γίνει ένα με το μπάσκετ της χώρας, αφού με το που αποσύρθηκε το 2014 πέρασε απευθείας στην προπονητική δουλεύοντας μόνιμα εκεί. Στον πάγκο της εθνικής τον έφεραν οι επιτυχίες του με την Wloclawek την οποία οδήγησε στην κατάκτηση του μόλις δεύτερου πρωταθλήματος της το 2018 (το πρώτο το 2003) και το 2019 επανέλαβε το κατόρθωμα του κάνοντας το ίδιο και το 2021 με την Stal Ostrow Wielkopolski η οποία στέφτηκε πρωταθλήτρια για πρώτη φορά.

Έχει το παρατσούκλι «Ο Καθηγητής» και ως τέτοιος δίδαξε στους παίκτες του πως να πετύχουν μια έκπληξη που μεγαλύτερη της προς το παρόν στην ιστορία της διοργάνωσης είναι μόνο μία. Αυτή της Τσεχοσλοβακίας στο EuroBasket του 1985 που επίσης είχε φιλοξενηθεί στην Γερμανία. Εκείνη την εποχή Τσεχία και Σλοβακία αποτελούσαν ένα ενιαίο κράτος που είχε παράδοση στο μπάσκετ με ένα χρυσό μετάλλιο στο EuroBasket του 1946, πέντε ασημένια (1947, 1951, 1955, 1959, 1967) και πέντε χάλκινα (1935, 1957, 1969, 1977, 1981). Παρόλα αυτά κανείς δεν περίμενε πως θα απέκλειε στα προημιτελικά την Γιουγκοσλαβία και στα ημιτελικά την Ισπανία που ήταν η φιναλίστ της διοργάνωσης το 1983.

Ο Pavel Petera (καθόταν στον πάγκο της Τσεχοσλοβακίας από του EuroBasket του 1977 έως αυτό της Αθήνας το 1987) με το ίδιο σύνολο που είχε πάρει το χάλκινο μετάλλιο το 1981 στην Πράγα, αλλά είχε τερματίσει στην 10η θέση δυο χρόνια μετά στην Γαλλία έφερε τα πάνω κάτω στο πρώτο EuroBasket με τρίποντο και σύστημα διεξαγωγής που προέβλεπε νοκ άουτ αγώνες από την φάση των «8» και μετά. Σε δύο ομίλους των έξι ομάδων η Τσεχοσλοβακία τερμάτισε 4η στον δεύτερο χάνοντας από την πρωταθλήτρια Ευρώπης του 1983 Ιταλία 82-80, κερδίζοντας το Ισραήλ 93-92, γνωρίζοντας συντριβή 101-83 από την Γερμανία και 84-68 από την Βουλγαρία και εξασφάλισε την πρόκριση της χάρη στο 104-66 επί της Ολλανδίας την τελευταία αγωνιστική υπερτερώντας στην ισοβαθμία των Ισραηλινών.

Από εκεί και πέρα άρχισε να αφήνει τον κόσμο με το στόμα ανοιχτό. Οι Γιουγκοσλάβοι που είχαν βγει πρώτοι στον πρώτο όμιλο σε τριπλή ισοβαθμία με Σοβιετική Ένωση και Ισπανία είχαν βλέψεις για τελικό, αλλά η τρομερή τετράδα των Τσεχοσλοβάκων που αποτελούταν από τους Kamil Brabenec (32 πόντοι), Peter Rajniak (23 πόντοι), Stanislav Kropilak (22 πόντοι) και Jaroslav Skala (19 πόντοι) τους έστειλαν σπίτι τους επικρατώντας 102-91. Αυτός ο συνδυασμός των δύο κοντών (ο Brabenec με ύψος 1.93 μέτρα έπαιζε στο «2» και ο Rajniak των 2.00 μέτρων στο «3») με τους δύο ψηλούς (ο ύψους 2.14 μέτρων Skala ήταν ο center της Τσεχοσλοβακίας και ο Kropilak των 2.08 μέτρων το «4άρι» της) στον επόμενο γύρο συμπληρώθηκε ιδανικά από τον Vlastimil Havlik (1.91 μέτρα).

Ο point guard αυτής της ιδιαίτερα ψηλής για τα δεδομένα της εποχής πεντάδας ενάντια στην Ισπανία σκόραρε 23 πόντους εκθέτοντας με το καλύτερο του παιχνίδι στην διοργάνωση τον προπονητή της Antonio Diaz-Miguel, που δεν είχε συμπεριλάβει στην αποστολή τον Juan Antonio Corbalan της Real Madrid που ήταν ο MVP του προηγούμενου EuroBasket και τον Nacho Solozabal της Barcelona οι οποίοι αποτελούσαν τους κορυφαίους Ισπανούς point guards. Κατά τα άλλα ο Rajniak με 31 πόντους (5/7 τρίποντα) διέλυσε κάθε αμυντική τακτική του, ο Skala (18 πόντοι) με τον Kropilak (15 πόντοι) έκανα πάλι πολύ καλή δουλειά και έτσι οι Ισπανοί υπέκυψαν 98-95 με τις εφημερίδες της χώρας την επόμενη μέρα να επιρρίπτουν ευθύνες στον ομοσπονδιακό τεχνικό.

Βλέπετε η Ισπανία με Corbalan και Solozabal εκτός από του EuroBasket του 1983 είχε πάρει το ασημένιο μετάλλιο και στους Ολυμπιακούς Αγώνες του Los Angeles το 1984 χάνοντας στον τελικό από τις ΗΠΑ του Michael Jordan και του Patrick Ewing, ενώ ήταν η μόνη ομάδα της διοργάνωσης που είχε κερδίσει (99-92) την ισοπεδωτική Σοβιετική Ένωση οπότε υπήρχαν υψηλές προσδοκίες. Οι Ισπανοί τελικά τερμάτισαν 4οι χάνοντας στον μικρό τελικό 102-90 από την Ιταλία και οι Τσεχοσλοβακία παρά τους 23 πόντους του Kropilak και τους 21 του Brabenec δεν μπόρεσε να τα βγάλει πέρα με τους Σοβιετικούς, αφού ο Rajniak έμεινε στους 10, ο Skala στους 5 και ο Havlik στους 6. Ηττήθηκε 120-89 από μία ομάδα που έμεινε στην ιστορία του EuroBasket ως η πιο κυρίαρχη όλων των εποχών πετυχαίνοντας 109.1 πόντους ανά αγώνα και κερδίζοντας με μέση διαφορά 18 πόντων.

Αυτό και αν θα ήταν θαύμα αλλά δεν γινόταν με τίποτα. Η Πολωνία πάντως σε πρώτη φάση θα έχει την ευκαιρία να κάνει το δικό της απέναντι στην Γαλλία. Άλλωστε η Γερμανία προσφέρετε για τέτοιου είδους καταστάσεις. Το 1993 η δική της εθνική ομάδα είχε κατακτήσει ως διοργανώτρια το χρυσό μετάλλιο ανεβαίνοντας για πρώτη φορά στο βάθρο όχι μόνο σε EuroBasket αλλά σε οποιαδήποτε διοργάνωση κόντρα σε όλα τα προγνωστικά, ενώ στο EuroBasket του 1971 που είχε φιλοξενηθεί ξανά επί γερμανικού εδάφους ήταν η τελευταία φορά που οι Πολωνοί είχαν μπει στην τετράδα.