Όταν το 2019 έλεγε πως θα πάρει την EuroLeague κόσμος και κοσμάκης, ειδικά στην μπασκετομάνα Ελλάδα που όλοι ξέρουν τα πάντα και τελικά δεν ξέρουν την τύφλα τους, ξεκαρδίστηκε στα γέλια. Ακόμα και το γεγονός ότι έφτασε μέχρι τον τελικό τότε χαρακτηρίστηκε τυχαίο, όμως εν έτει 2021 ο Ergin Ataman είναι πρωταθλητής Ευρώπης έχοντας δημιουργήσει μία από τις καλύτερες ομάδες που έχουμε δει ποτέ στην διοργάνωση και μάλιστα με παίκτες που πολλοί δεν τους είχαν σε καμία εκτίμηση.
Δικαίως ίσως βάσει της έως τότε πορείας τους, αλλά στα χέρια του κάποιοι από αυτούς άλλαξαν επίπεδο και άλλοι έγιναν πολύτιμα εργαλεία στο πρωτοποριακό για τα δεδομένα του ευρωπαϊκού μπάσκετ δημιούργημα του. Προτού φτάσουμε όμως εκεί ας δούμε τι είχε προηγηθεί. Το 2018 στην πρώτη σεζόν με τον Ataman στον πάγκο της η Efes τερμάτισε τελευταία στην EuroLeague με 7 νίκες και 23 ήττες. Ξαφνικά λοιπόν ο Τούρκος τεχνικός εμφανίζεται την επόμενη χρονιά και δηλώνει πως η ομάδα του μπορεί να κατακτήσει τον τίτλο. Χαρακτηρίζεται άμεσα στην χώρα μας ως γραφικός, αστείος, τρελός και τα λοιπά. Παρόλα αυτά φτάνει στο Final Four (το πρώτο για την Efes μετά από 18 χρόνια) και δίνει σάρκα και οστά σε μια άλλη, κατά τα κοινώς λεγόμενα, υπερφίαλη ατάκα του.
Δεν είχε διστάσει να πει πως είναι ο μόνος προπονητής που μπορεί να κερδίσει τον Zeljko Obradovic και όσο υπερβολικό και αν ακουγόταν το απέδειξε συντρίβοντας την Fenerbache στον ημιτελικό με 92-73 (σ.σ. στην συνέχεια του πήρε και το πρωτάθλημα στην Τουρκία). Στον τελικό η Efes κοίταξε στα μάτια την CSKA Moscow, αλλά μετά την ήττα της με 91-83 ακούστηκαν τα κλασικά περί «πυροτεχνήματος» που δεν θα έχει συνέχεια γιατί επρόκειτο άκουσον άκουσον για ένα συνονθύλευμα μέτριων παικτών που παίζει άναρχο μπάσκετ και εξαρτάται αποκλειστικά από τις ορέξεις του Shane Larkin χωρίς τον οποίο δεν θα έφτανε μέχρι εκεί. Βέβαια ο Αμερικανός πριν πετύχει 30 πόντους στον ημιτελικό και 29 στον τελικό στην κανονική περίοδο σκόραρε μόλις 10.1 ανά αγώνα, οπότε άλλα λόγια να αγαπιόμαστε.
Στην πραγματικότητα το παιχνίδι της Efes είχε αρχές και μάλιστα τις πιο σύγχρονες καθότι ήταν βγαλμένο από το NBA και βασισμένο στον τρόπο που παίζουν οι Golden State Warriors από το 2015 και μετά. Όταν γράφτηκε αυτό ακολούθησε νέος χλευασμός για τον Ataman που όμως προειδοποίησε πως αυτό που είδαμε στην Βιτόρια (φιλοξένησε το Final Four το 2019) θα δουλευτεί μέχρι να τελειοποιηθεί. Επειδή ήξερε καλά τι έλεγε επαληθεύτηκε. Πολύ γρήγορα κιόλας, αφού η Efes πέρυσι σάρωνε τους αντιπάλους της με τεράστιες διαφορές και με έξι νίκες στις εφτά αναμετρήσεις της με CSKA, Fener, Real Madrid και Barcelona είχε γίνει το αδιαφιλονίκητο φαβορί για την κατάκτηση της EuroLeague. Δυστυχώς η εντυπωσιακή πορεία της διακόπηκε από το ξέσπασμα του κορονοϊού που την βρήκε πρώτη στην βαθμολογία με 24 νίκες και 4 ήττες.
Κάπου εκεί πολύς κόσμος άρχισε σιγά σιγά να τον παραδέχεται αλλά εφόσον ο Ataman δεν είχε το τρόπαιο του πρωταθλητή Ευρώπης στα χέρια του υπήρχαν αμφιβολίες για το κατά πόσο η ομάδα του θα συνεχίσει να παίζει τόσο καλά. Μέχρι την 17η αγωνιστική η Efes είχε υποστεί εννιά ήττες με τις τέσσερις να είναι συνεχόμενες και να περιλαμβάνουν την συντριβή από την CSKA στην Μόσχα με 100-65. Από την 18η και μετά όμως υπέστη μόλις άλλες τρεις και έδειξε το πραγματικό της πρόσωπο. Οι «25άρες» άρχισαν να πέφτουν βροχή και νίκες όπως αυτές επί της Barcelona εκτός έδρας με 88-86, το 106-74 στο γήπεδο της Fener και το 100-70 κόντρα στην CSKA έστειλαν μήνυμα προς πάσα κατεύθυνση πως ο Ataman και οι παίκτες του έχουν σκοπό να τελειώσουν αυτό που έμεινε πέρυσι στη μέση.
Η Efes τερμάτισε 3η με 22-12 προλαβαίνοντας να διεκδικήσει μέχρι και την πρωτιά από Barcelona και CSKA που ισοβάθμησαν με 24-10. Ο δρόμος για την κορυφή μόνο εύκολος δεν ήταν και για να φτάσει μέχρι εκεί κλήθηκε να αποδείξει πως είναι όντως η καλύτερη ομάδα της διοργάνωσης. Απέκλεισε με 3-2 στα playoffs την Real Madrid σε μια συγκλονιστική σειρά την οποία μπορεί να ξεκίνησε με δύο «εκκωφαντικές» νίκες (90-63 και 91-68), αλλά στην συνέχεια της δοκιμάστηκε όσο δεν πάει μέχρι να επικρατήσει 88-83 στο 5ο παιχνίδι. Στο Final Four έπρεπε να υπερκεράσει το εμπόδιο των δύο ομάδων που βρέθηκαν από πάνω της στην κανονική περίοδο και το έκανε δείχνοντας πως εκτός από το ωραίο μπάσκετ που παίζει, είναι σκληρή και έχει χαρακτήρα πρωταθλήτριας.
Στον ημιτελικό η CSKA επέστρεψε από το -21 (60-39) και παρότι ένα λεπτό πριν τη λήξη μείωσε 87-86 η Efes δεν της επέτρεψε να περάσει μπροστά ούτε μία φορά. Έβγαλε τις άμυνες που έπρεπε και προκρίθηκε με 89-86. Στον τελικό η Barcelona επιχείρησε να την σταματήσει μέσω της άμυνας της και στην αρχή τα κατάφερε. Οι Καταλανοί κέρδιζαν 22-15 μετά την ολοκλήρωση της πρώτης περιόδου, όμως οι παίκτες του Ataman απάντησαν με εξίσου δυνατή άμυνα και στην επίθεση σταδιακά προσαρμόστηκαν και βρήκαν τον ρυθμό τους. Ξέφυγαν 59-48 στο τρίτο δεκάλεπτο και αν και ισοφαρίστηκαν (72-72) δεν έχασαν ποτέ το προβάδισμα. Σκόραραν σε όλες τις κρίσιμες επιθέσεις, αμυντικά λειτούργησαν στην εντέλεια και έφτασαν στη νίκη με 86-81 ολοκληρώνοντας ιδανικά την απίθανη πορεία τους.
Πως οδήγησε ο Ataman την Efes για πρώτη φορά στην κατάκτηση της EuroLeague; Χτίζοντας ένα εξαιρετικό σύνολο γύρω από τις ατομικές δυνατότητες των δύο καλύτερων παικτών του. Ο Larkin με τον Vasilije Micic είχαν πλήρη ελευθερία, συντονισμένων όμως κινήσεων. Ήταν αυτοί που έπαιρναν τις αποφάσεις σε κάθε επίθεση, αλλά τίποτα δεν γινόταν τυχαία. Ο Ataman άδειασε την ρακέτα όπως επιβάλουν πλέον τα analytics στο NBA και δημιούργησε ένα τεράστιο χώρο για να δράσουν οι δύο guard του. Οι ψηλοί της Efes έπαιρναν θέση μακριά από το αντίπαλο καλάθι και όταν ο ένας από τους δύο έκανε διείσδυση κινούνταν αναλόγως. Το ίδιο και οι σουτέρ της ώστε να βρεθούν σε θέση βολής. Έτσι όταν όλη η άμυνα έκλεινε για να αποτρέψει τον Larkin ή τον Micic από το να σκοράρουν η εκπληκτική ικανότητα τους στην δημιουργία έδινε έτοιμα καλάθια και ελεύθερα σουτ τριών πόντων.
Φυσικά τα σύγχρονα ήθη και έθιμα του NBA έχουν καταστήσει επιτακτική και την πλήρη αξιοποίηση των ικανοτήτων κάθε παίκτη. Ο Ataman έδειξε απόλυτη εμπιστοσύνη στον Larkin και τον Micic και τους παρακίνησε να σουτάρουν όταν, όποτε και από όπου θέλουν εάν πιστεύουν πως μπορούν να ευστοχήσουν με αποτέλεσμα να τους δούμε να βάζουν απίστευτα σουτ. Με την ίδια λογική ο Krunoslav Simon και ο Rodrigue Beaubois δεν δίστασαν ποτέ να σουτάρουν υπό καλές προϋποθέσεις γιατί η μπάλα έφτανε στα χέρια τους όταν έπρεπε για αυτόν ακριβώς τον λόγο. Όσο για τους ψηλούς η ζωή των Bryant Dunston, Chris Singleton, Sertac Sanli, Adrien Moerman και Tibor Pleiss έγινε πιο εύκολη γιατί ήξεραν πως εφόσον βρίσκονταν στην σωστή θέση θα πάρουν πάσα για να τελειώσουν φάσεις.
Όλοι οι παραπάνω συν τον James Anderson που είχε κυρίως αμυντική παρουσία συμπλήρωναν εξαιρετικά ο ένας τον άλλο και στις δύο πλευρές του παρκέ. Ο Ataman τους επέλεξε έναν έναν για συγκεκριμένους ρόλους και όπως είπαμε στην αρχή ελάχιστοι θεωρούνταν αξιόπιστες λύσεις. Ο Dunston που είχε καθιερωθεί ήδη ως ένας από τους κορυφαίους αμυντικούς της EuroLeague και ο Larkin που ήταν μια ακριβή μεταγραφή από το NBA αποτελούσαν εξαιρέσεις. Από εκεί και πέρα ο Simon δεν είχε θέση στα πλάνα της Olimpia Milano αλλά ο Ataman τον ήθελε για το σουτ του. Ο Beaubois δεν μπορούσε να κάνει την διαφορά για την Baskonia σε μόνιμη βάση αλλά η ικανότητα του στο σκοράρισμα ήταν ταμάμ για να έρχεται από τον πάγκο και να δίνει κάτι διαφορετικό επιθετικά σε σχέση με τον Larkin και τον Micic.
Από τον Singleton ο Παναθηναϊκός και η Barcelona περίμεναν να παίρνει μόνος του παιχνίδια και να σκοράρει πολύ, όμως ο Ataman προτιμούσε τα όσα έκανε στην Lokomotiv Kuban με την αμυντική συνεισφορά του και τον χρησιμοποίησε ξανά κατά αυτόν τον τρόπο. Ο Moerman έφυγε κακήν κακώς από την Barcelona όμως στα χέρια του έγινε πρωταγωνιστής, ενώ από τον Pleiss που θεωρούνταν τελειωμένος λόγω τραυματισμών ήξερε τι μπορεί να περιμένει, αφού τον είχε υπό τις οδηγίες του παλιότερα και στην Galatasaray. Τελευταίους αφήσαμε τους δύο παίκτες που δουλεύοντας μαζί του εξελίχτηκαν πέρα από κάθε προσδοκία και φαντασία. Τον Sanli και τον Micic που αποκτήθηκαν από την Efes ως παντελώς άσημοι.
Ειδικά ο 29χρονος Τούρκος center. Ο Ataman τον πήρε από την Basiktas όταν ανέλαβε την Efes και μέχρι πέρυσι το όνομα του ήταν άγνωστο. Την πρώτη του σεζόν στην ομάδα τον χρησιμοποίησε σε όλα κι όλα εννιά παιχνίδια στην EuroLeague και τον άφηνε στο παρκέ κατά μέσο όρο τρεισήμισι λεπτά. Την περασμένη χρονιά έκανε αισθητή την παρουσία του επειδή ήταν εξαιρετικά αποτελεσματικός. Για ένα διάστημα ο αριθμός των πόντων του ήταν ανάλογος του χρόνου συμμετοχής του και για κάμποσο καιρό διψήφιος. Με άλλα λόγια όσο έπαιζε τόσους πόντους έβαζε. Φέτος πάλι όταν η Efes ανέβασε ταχύτητα ο Ataman τον έκανε βασικό και τον είδε να πραγματοποιεί εξαιρετικές εμφανίσεις με κορυφαία όλων αυτή στον ημιτελικό του Final Four, όπου φόρτωσε το καλάθι της CSKA με 19 πόντους, μάζεψε 8 ριμπάουντ και μοίρασε και 3 τάπες.
Η πορεία του Micic κανονικά είναι μια άλλη ξεχωριστή ιστορία, αλλά θα την συνοψίσουμε εδώ καθώς συνδέεται άρρηκτα με τον προπονητή του. Προτού συνεργαστεί με τον Ataman ο 27χρονος Σέρβος point guard ήταν ένα χαμένο ταλέντο και τώρα αποτελεί τον κορυφαίο παίκτη της EuroLeague. Είχε αγωνιστεί στην διοργάνωση με την Bayern Munich, τον Ερυθρό Αστέρα και την Zalgiris Kaunas χωρίς να διακριθεί, αλλά με το που φόρεσε την φανέλα της Efes έγινε άλλος άνθρωπος. Από τους 7.7 πόντους που είχε με την Λιθουανική ομάδα το 2018 ανέβηκε στους 12.4 το 2019 και είχε πρωταγωνιστήσει στον ημιτελικό με την Fener σκοράροντας 25 πόντους. Έτσι αποτέλεσε το ιδανικό συμπλήρωμα για τον Larkin που πέρυσι οργίασε με μέσο όρο 22.2 πόντους και εξωπραγματικές εμφανίσεις και τον ακολούθησε σε απόδοση κάνοντας κι ο ίδιος σπουδαία πράγματα (14.5 πόντοι, 5.8 ασίστ).
Φέτος όμως ο Αμερικανός ήταν «ξεκούρδιστος» (15.1 πόντοι) και ο Ataman έδωσε το χρίσμα του ηγέτη στον Micic. Με 16.7 πόντους, 4.9 ασίστ και εμφανίσεις όπως αυτές στις νίκες με Παναθηναϊκό (33 πόντοι, 5/7 τρίποντα), Barcelona (26 πόντοι, 5 ασίστ) και Fener (37 πόντοι, 6/6 τρίποντα, 5 ασίστ) αναδείχτηκε MVP της διοργάνωσης και συνέχισε ακάθεκτος και στο Final Four. Πριν πάει στην Κολωνία βέβαια πέτυχε 23 πόντους με 5/5 τρίποντα στο δεύτερο παιχνίδι με την Real και 29 με 5/9 στο τρίτο. Εκεί έβαλε 25 πόντους και μοίρασε 6 ασίστ απέναντι στην CSKA, ενώ στον τελικό αν και έπαιζε με τέσσερα φάουλ στο τέλος πήρε την κατάσταση στα χέρια του. Όταν η Barcelona έκανε το σκορ 69-69 απάντησε με ένα τρομερό τρίποντο και συνολικά μέχρι τη λήξη της αναμέτρησης σημείωσε 10 πόντους ώστε να την ολοκληρώσει με 25, 5 ασίστ και 3 κλεψίματα και να πάρει το βραβείο του πολυτιμότερου παίκτη του τουρνουά.
Ο Ataman λοιπόν όπως και άλλοι «ταβερνιάρηδες» (βλέπε Pablo Laso), κατά το πολύξερο ελληνικό κοινό, δικαιώθηκε πανηγυρικά. Με παίκτες που ενδεχομένως πριν γίνουν όλα αυτά δεν θα ήθελε κανείς στην χώρα μας να έχει η ομάδα του (πλην ελαχίστων εξαιρέσεων φυσικά) έφτιαξε το πιο σύγχρονο σύνολο που υπάρχει στην Ευρώπη, παρουσίασε ένα από τα πιο απολαυστικά θεάματα που έχουν υπάρξει ποτέ στην EuroLeague και απέδειξε πως βρίσκεται χρόνια μπροστά σε σχέση με το σκεπτικό βάσει του οποίου κρίθηκε όταν προανείγγηλε τα όσα είχε σκοπό να πετύχει με την Efes.
Αφήστε μια απάντηση