Ένα από τα καλά που έχει το NBA αυτή την εποχή είναι πως σχεδόν όλοι οι καλοί παίκτες και δη οι Ευρωπαίοι έχουν την ευκαιρία να ξεδιπλώσουν τις ικανότητες τους στον μέγιστο βαθμό. Κάτι τέτοιο στα μέσα της δεκαετίας του ΄90 όμως δεν ίσχυε και έτσι ο Toni Kukoc έμεινε στην ιστορία ως ο έκτος παίκτης μίας εκ των κορυφαίων ομάδων που έχουν υπάρξει ποτέ.

Το να κατακτήσεις τρία συνεχόμενα πρωταθλήματα (1996, 1997, 1998) με τους Chicago Bulls συνεισφέροντας 13 πόντους και περίπου 5 ασίστ και άλλα τόσα ριμπάουντ ανά αγώνα ερχόμενος από τον πάγκο (έχοντας πάρει και το βραβείο του καλύτερου αναπληρωματικού το 1996) για τα δεδομένα που ίσχυαν τότε για τους παίκτες που προέρχονταν από την Ευρώπη και γενικότερα εκτός των ΗΠΑ ήταν κάτι παραπάνω από αξιοθαύμαστο. Το πέρασμα του Kukoc από την καλύτερη ομάδα των 90’s ήταν άκρως επιτυχημένο και 28 χρόνια μετά την πρώτη εμφάνιση του με την φανέλα της τον έφερε στο Hall of Fame, αλλά η αλήθεια είναι πως έτσι όπως ήταν τα πράγματα στο NBA μπόρεσε να δείξει μόλις ένα μέρος από το σπάνιο ταλέντο του.

Φανταστείτε να αντίκριζαν σήμερα οι ομάδες του NBA τον Κροάτη που με ύψος 2.08 μέτρα κατέβαζε τη μπάλα, πάσαρε καλύτερα κι από point guard, μπορούσε να «βομβαρδίσει» το αντίπαλο καλάθι πίσω από την γραμμή του τριπόντου (σε μια περίοδο που το σουτ τριών πόντων σχεδόν απαγορευόταν από τους προπονητές δεν δίσταζε να πάρει κι εφτά, κι οκτώ, κι εννιά, ακόμα και 10 προσπάθειες σε ένα παιχνίδι) και «φλέρταρε» σε κάθε ευκαιρία με το triple-double. Θα μιλούσαν για έναν παίκτη που δεν έχουμε ξαναδεί, θα σκοτώνονταν για το ποια θα βρεθεί στο νούμερο ένα του draft ώστε να τον επιλέξει και η τυχερή θα ενέτασσε στο ρόστερ της κάποιον που δεν θα ήταν απλά σαν τον Nikola Jokic και τον Luka Doncic, αλλά σαν τον Magic Johnson. Βλέπετε ο Kukoc ήταν ένας παίκτης πάρα πολύ μπροστά από την εποχή του και πραγματικά κομμένος και ραμμένος για το σημερινό NBA όπου τα προσόντα του και τα κατορθώματα του στην Ευρώπη θα του είχαν προσδώσει το στάτους που μόλις περιγράψαμε.

Είχε καταφθάσει στο NBA με τρεις τίτλους πρωταθλητή Ευρώπης σε συλλογικό επίπεδο με την Jugoplastika κάνοντας three-peat (1989, 1990, 1991) ακόμα και πριν τους Bulls (το πρώτο τους συμπληρώθηκε το 1993), ήταν ο MVP του Final 4 της EuroLeague το 1990 και το 1991, ήταν παγκόσμιος πρωταθλητής με την Γιουγκοσλαβία και πολυτιμότερος παίκτης του Mundobasket το 1990, είχε πάρει το χρυσό μετάλλιο στα EuroBasket του 1989 και του 1991 όντας MVP της διοργάνωσης στο δεύτερο και ακόμα είχε οδηγήσει την Benetton Trevizo στην κατάκτηση του Ιταλικού Πρωταθλήματος το 1992 και την επόμενη χρονιά μέχρι τον τελικό του Final 4 της EuroLeague όπου παρά την ήττα της από την Limoges ήταν και πάλι ο MVP. Όλα αυτά μέχρι τα 24 του. Τώρα και με λιγότερα από τα μισά οι Αμερικανοί θα είχαν πειστεί απόλυτα για το τι μπορεί να κάνει.

Μόνο που θα τον έβλεπαν στα 18 του να φορτώνει το καλάθι της εθνικής τους ομάδας με 37 πόντους έχοντας 11/12 τρίποντα στο Παγκόσμιο Πρωτάθλημα Under-19 θα πάθαιναν παροξυσμό. Δεν πρόκειται για μύθο της εποχής. Συνέβη το 1987 στην Ιταλία όταν η Γιουγκοσλαβία κέρδισε τις ΗΠΑ 110-95 για την φάση των ομίλων και τελικά πήρε το χρυσό μετάλλιο επικρατώντας ξανά των Αμερικανών στον τελικό με 86-76 με τον Kukoc να αναδεικνύεται πολυτιμότερος παίκτης του τουρνουά. Ακόμα και οι πιο δύσπιστοι θα τον παραδέχονταν μετά από όσα ακολούθησαν, καθώς από το 1989 έως το 1991 ο μόνος τίτλος που δεν πήρε τόσο σε συλλογικό όσο και σε διεθνές επίπεδο ήταν το Κύπελλο Γιουγκοσλαβίας επειδή η ομάδα του έχασε στον τελικό 87-74 από την Partizan το 1989.

Κατά την διάρκεια αυτής της φανταστικής τριετίας ο Kukoc πρόσθεσε στο βιογραφικό του εμφανίσεις όπως αυτές στο Final 4 του ’89 όπου σκόραρε 24 πόντους με 4/4 τρίποντα στον ημιτελικό με την Barcelona και 18 με 4/7 τρίποντα στον τελικό απέναντι στην Maccabi Tel Aviv. Το ’90 στην φάση των ομίλων έβαλε 32 με 6/8 τρίποντα στην εντός έδρας νίκη της Jugoplastika επί της Philips Milano, 30 στην επίσης εντός έδρας επικράτηση επί της Limoges και ήταν ο πρώτος σκόρερ του τελικού της EuroLeague σταματώντας στους 20 πόντους κόντρα στην Barcelona (σ.σ. στον ημιτελικό με την Limoges είχε 16 πόντους και 9 ασίστ). Ακόμα στο McDonald’s Open εκείνης της χρονιάς η στατιστική του είχε καταγράψει 23 πόντους, 4/9 τρίποντα, 6 ριμπάουντ και 17 ασίστ στον ημιτελικό με την Barcelona και 18 πόντους, 8 ριμπάουντ και 12 ασίστ στην ήττα από τους New York Knicks στον τελικό.

Το ’91 δε είχε κάνει το καλύτερο παιχνίδι της καριέρας του. Σε μια εμφάνιση που σήμερα θα τον έστελνε κατευθείαν στο νούμερο ένα του draft του NBA σκόραρε 40 πόντους με 9 εύστοχα τρίποντα προκειμένου η Pop 84 όπως ήταν γνωστή πλέον η Jugoplastika να κερδίσει 106-105 στην έδρα της Scavolini Pesaro για την φάση των ομίλων της EuroLeague. Οι δύο ομάδες συναντήθηκαν και στο Final 4 με την Pop να κερδίζει στον ημιτελικό και στον τελικό να επικρατεί για άλλη μία φορά της Barcelona. Με την φόρα που είχε πάρει ο Kukoc διέπρεψε και στο EuroBasket. Έβαλε 24 πόντους στο 97-76 επί της Γαλλίας στον ημιτελικό και άλλους 20 στο 88-73 επί της διοργανώτριας Ιταλίας με αποτέλεσμα η πορεία της ενωμένης τότε Γιουγκοσλαβίας να ολοκληρωθεί με ένα ακόμα χρυσό μετάλλιο.

Στην Benetton είχε πάει ως ο κορυφαίος Ευρωπαίος τόσο για το 1990 όσο και για το 1991 και ως τέτοιον τον θαύμασαν στα ιταλικά γήπεδα. Στην μόλις δεύτερη συμμετοχή του σκόραρε 26 πόντους με 6/8 τρίποντα και είχε ακόμα 8 ασίστ και 5 ριμπάουντ στη νίκη επί της Caserta. Έβαλε 37 πόντους σε αυτήν επί της Stefanel Trieste την 21η αγωνιστική, 30 σε αυτήν κόντρα στην Varese για την 23η, είχε 30 πόντους, 9 ριμπάουντ και 10 ασίστ στην επικράτηση απέναντι στην Torino για την 24η και ολοκλήρωσε την κανονική περίοδο με 32 πόντους και 9 ασίστ στη νίκη επί της Pavia για την 30η αγωνιστική. Με τον Kukoc λοιπόν να δίνει τον ρυθμό η Benetton έκανε θραύση και ξεπέρασε τους 100 πόντους σε 9 αγώνες σε 5 εκ των οποίων μάλιστα έσπασε και το φράγμα των 110.

Στο πρώτο παιχνίδι των playoffs ο Κροάτης έκανε triple-double έχοντας 19 πόντους, 13 ριμπάουντ και 10 ασίστ στο 83-80 επί της Stefanel Trieste. Στους τελικούς με την Scavolini το έχασε για ένα ριμπάουντ. Η ομάδα του ηττήθηκε στον πρώτο αγώνα της σειράς, αλλά έφτασε στην κατάκτηση του πρώτου πρωταθλήματος της με 3-1. Ο Kukoc με 19 πόντους και 10 ασίστ φρόντισε ώστε να ισοφαρίσει, την βοήθησε να περάσει μπροστά με 20 πόντους και 6 ασίστ και στο παιχνίδι που της έδωσε τον τίτλο είχε 17 πόντους, 9 ριμπάουντ, 10 ασίστ και 3 κλεψίματα ολοκληρώνοντας την σεζόν το 1992 με μέσο όρο 20.5 πόντους, 5.2 ριμπάουντ, 5.7 ασίστ και 2.4 κλεψίματα έχοντας παράλληλα ποσοστό ευστοχίας 43.1% στα τρίποντα.

Το 1993 κόντεψε να φύγει από την Ευρώπη με ένα ακόμα triple crown. Η Benetton πήρε το Κύπελλο Ιταλίας, αλλά έχασε το πρωτάθλημα με 3-0 στους τελικούς από την Knorr Bologna (σ.σ. η γνωστή Virtus) και στην EuroLeague ηττήθηκε στον τελικό του Final 4 από την Limoges. Highlights της σεζόν για τον Kukoc το απίστευτο triple-double (21 πόντοι, 13 ριμπάουντ, 16 ασίστ) στη νίκη επί της Roma για την 10η αγωνιστική της Serie A και τα τρία τρομερά παιχνίδια κόντρα στην Scavolini στα playoffs της EuroLeague. Παρά τους 38 πόντους, τα 6 ριμπάουντ και τις 6 ασίστ του η ομάδα του ηττήθηκε στην πρώτη αναμέτρηση, όμως ισοφάρισε χάρη σε 35 πόντους, 8 ριμπάουντ και 8 ασίστ από τα χέρια του και τελικά πέρασε στο Final 4 βλέποντας τον να έχει 22 πόντους, 11 ριμπάουντ και 6 ασίστ.

Για την ιστορία εκεί «άγγιξε» το triple-double στον ημιτελικό με τον ΠΑΟΚ έχοντας 15 πόντους, 8 ριμπάουντ και 10 ασίστ. Σε όλα αυτά προσθέστε και το γεγονός πως η Κροατία ήταν το απόλυτο φαβορί στο EuroBasket εκείνης της χρονιάς στο οποίο τελικά ο Kukoc δεν πήρε μέρος προκειμένου να προετοιμαστεί για την πρώτη του σεζόν στο NBA. Ακόμα και αν δεν πήγαινε ποτέ τα όσα είχε πετύχει έως τότε ήταν αρκετά για να τον βάλουν μια μέρα στο Hall of Fame. Μετά από τόσες διακρίσεις όμως σε τόσο μικρή ηλικία ήταν αναμενόμενο πως θα ήθελε να δοκιμάσει την τύχη του στο καλύτερο πρωτάθλημα του κόσμου όπου τον υποδέχτηκαν ως τον άσημο Ευρωπαίο που είχαν τραμπουκίσει στους Ολυμπιακούς Αγώνες του ’92 στην Βαρκελώνη με την Dream Team ο Michael Jordan και ο Scottie Pippen επειδή οι Bulls θα του έδιναν περισσότερα χρήματα απ’ ότι στον δεύτερο.

Για να μπορέσει να ανταπεξέλθει στο σκληρό παιχνίδι της εποχής στο Chicago «φούσκωσαν» το κορμί του και ο τρόπος που αγωνιζόταν αλλοιώθηκε. Οι εμπνεύσεις ήταν εκεί (οι ασίστ του πολλές φορές άφηναν άφωνους τους Αμερικανούς), αλλά αυτός ο Kukoc στο σημερινό NBA θα ήταν απλά ένας καλός power forward με καλό μακρινό σουτ και καλή πάσα. Ο Kukoc της Ευρώπης όμως θα ήταν σούπερ σταρ. Υποψήφιος MVP και παίκτης στον οποίο θα ήθελε να στηρίξει τοι μέλλον της κάθε ομάδα. O τότε General Manager των Bulls, Jerry Krause (ο Kukoc είχε αποτελέσει προσωπική του επιλογή), κατά βάθος το γνώριζε, αλλά το NBA δεν ήταν ακόμα έτοιμο για κάτι τέτοιο. Αυτή η ώρα ήρθε όταν πολλοί παράγοντες και προπονητές αναρωτήθηκαν βλέποντας εν δράσει τον Κροάτη τι θα μπορούσε να κάνει εάν πήγαινε ακόμα νωρίτερα στις ΗΠΑ και σε μια ομάδα που δεν θα είχε μπροστά του Jordan και Pippen.

Έτσι άρχισαν να ψάχνουν τον επόμενο Kukoc. Δηλαδή έναν παίκτη που δεν είχε ξαναδεί το NBA ώστε να πειραματιστούν δουλεύοντας τον από μικρή ηλικία με σκοπό να του δώσουν τα κλειδιά μιας ολόκληρης ομάδας. Το έκαναν οι Dallas Mavericks παίρνοντας μέσω οργανωμένου σχεδίου στο draft του 1998 τον 20χρονο και παντελώς άγνωστο Dirk Nowitzki τον οποίο επέλεξαν για λογαριασμό τους στο νούμερο εννιά οι Milwaukee Bucks και αφού είδαν τα αποτελέσματα, σε αυτό του 2001 οι Memphis Grizzlies που τότε είχαν έδρα το Vancouver του Καναδά έπιασαν κότσο τους Atlanta Hawks που διάλεξαν στο νούμερο τρία τον 21χρονο Pau Gasol και τους τον παραχώρησαν κατευθείαν.