Όσοι νομίζαμε στην θεωρία πως η Σερβία θα κατακτούσε το Παγκόσμιο Πρωτάθλημα κάναμε λάθος. Όπως αποδείχτηκε στην πράξη, η ομάδα του Aleksandar Djordjevic θα έκανε μία ακόμα υπέρβαση εάν συνέχιζε την πορεία της πέρα από την προημιτελική φάση της διοργάνωσης.

Η εικόνα που παρουσίασαν οι Σέρβοι στην πρώτη φάση του Παγκοσμίου Πρωταθλήματος μας έκανε να πιστεύουμε πως λειτουργούν σαν ένα καλά κουρδισμένο ρολόι. Κυριάρχησαν στο παρκέ, έκαναν τα πάντα σωστά, σούταραν με εξωπραγματικά ποσοστά και κέρδιζαν με τεράστιες διαφορές σκοράροντας ακατάπαυστα. Επικράτησαν με 46 πόντους διαφορά (105-59) της Ανγκόλας, επιβλήθηκαν με +59 (126-67) των Φιλιππίνων, έκαναν το 3/3 με το άνετο 92-77 επί της Ιταλίας και ξεκίνησαν την δεύτερη φάση με πολύ εύκολη νίκη (90-47) απέναντι στο Πουέρτο Ρίκο.

Μέχρι αυτό το σημείο η Σερβία διέθετε την καλύτερη επίθεση της διοργάνωσης με 103.2 πόντους ανά αγώνα, ήταν η πιο εύστοχη ομάδα σε δίποντα (69.4%) και τρίποντα (47.3%), αυτή που έβρισκε περισσότερες φορές τον στόχο πίσω από την γραμμή των 6.75 μέτρων καθώς ευστοχούσε σε περισσότερα από 10 τρίποντα σε κάθε παιχνίδι και εκείνη που μοίραζε τις πιο πολλές ασίστ (30.7). Επίσης κρατούσε τους αντιπάλους της κατά μέσο όρο στους 62.5 πόντους, τους ανάγκαζε να σουτάρουν μόλις με 27% και κυριαρχούσε στον αέρα μαζεύοντας 40.2 ριμπάουντ ανά αγώνα.

Αυτό που παραβλέψαμε όλοι όμως ήταν πως οι αντίπαλοι της ήταν εξαιρετικά χαμηλής δυναμικότητας. Στο πρώτο σοβαρό τεστ που έδωσαν στην διοργάνωση, που ήταν και αυτό που έκρινε την πρώτη θέση του ομίλου τους στην δεύτερη φάση του τουρνουά, οι Σέρβοι πιάστηκαν εντελώς αδιάβαστοι. Η Ισπανία αποκάλυψε όλες τις αδυναμίες τους και με την επιθετική άμυνα της δεν τους επέτρεψε να βρουν ρυθμό στην επίθεση εκμηδενίζοντας όλα τα ατού τους. Πέτυχαν με το ζόρι 69 πόντους, αφού σούταραν με το τραγικό 15.8% στα τρίποντα ευστοχώντας μόνο στα τρία από τα 19 που επιχείρησαν, στα δίποντα έπεσαν στο 40.4%, είχαν τις μισές ασίστ (15) απ’ ότι συνήθως και είδαν τους Ισπανούς να τους παίρνουν 13 επιθετικά ριμπάουντ και να τους κλέβουν 11 φορές τη μπάλα, κάτι που μέχρι πρότινος δεν είχε κάνει καμία από τις ομάδες που είχε βρεθεί στον δρόμο τους.

Το τελικό 81-69 θα μπορούσε να πει κανείς πως ήταν τιμητικό για την Σερβία, καθώς η διαφορά στο δεύτερο ημίχρονο ξεπέρασε τους 20 πόντους και μάλιστα χωρίς οι παίκτες του Sergio Scariolo να φορτσάρουν ιδιαίτερα. Η πρώτη σκέψη που πέρασε από το μυαλό πολλών ήταν πως επρόκειτο απλά για μια κακή εμφάνιση. Στην πραγματικότητα αυτό ήταν το αληθινό πρόσωπο των Σέρβων και ο αποκλεισμός τους από την Αργεντινή στα προημιτελικά το επιβεβαίωσε απόλυτα.

Οι Αργεντίνοι ήταν ακόμα πιο επιθετικοί από τους Ισπανούς στην άμυνα και σαφώς πιο σκληροί. Από την πρώτη στιγμή τάραξαν στο ξύλο την Σερβία και όταν της πήραν τον αέρα τους είδε να κάνουν ακριβώς ότι ήθελε να κάνει η ίδια. Για δεύτερο συνεχόμενο παιχνίδι η άμυνα της δεν αποδείχτηκε ανθεκτική στον ταχύτατο ρυθμό που επέβαλε ο αντίπαλος της και έτσι δέχτηκε 97 πόντους, με την Αργεντινή να ευστοχεί σε 12 τρίποντα σουτάροντας με 44.4%, να έχει 22 ασίστ, να κάνει 10 κλεψίματα και να μην παθαίνει την παραμικρή ζημιά από τα 18 επιθετικά ριμπάουντ που της πήρε.

Μοιραία λοιπόν οι Σέρβοι από ένα σημείο και μετά δεν μπόρεσαν να ακολουθήσουν. Κατάφεραν μεν να σημειώσουν 87 πόντους, αλλά ήταν πάλι άστοχοι στα τρίποντα (8/28), έμειναν στις 17 ασίστ επειδή έτσι όπως πήγαινε το παιχνίδι οι καλοί τους παίκτες επιχείρησαν περισσότερες ατομικές ενέργειες μήπως και αλλάξουν τα δεδομένα και δεν μπόρεσαν να εκμεταλλευτούν την καθολική υπεροχή που είχαν στα ριμπάουντ (42-29). Για να προκριθούν ήταν ξεκάθαρο πως χρειάζονταν κάτι παραπάνω. Είτε έναν από τους σταρ τους να πραγματοποιούσε μία πολύ μεγάλη εμφάνιση ώστε να έκανε την διαφορά, είτε κάποιον από τους υπόλοιπους παίκτες τους να ανέβαζε κατακόρυφα την απόδοση του προκειμένου να τους έδινε την απαιτούμενη ώθηση.

Αν συνέβαινε κάτι τέτοιο η Σερβία θα είχε κάνει μία ακόμα υπέρβαση. Κακά τα ψέματα η πεποίθηση πως αυτή τη φορά θα μπορούσε να φτάσει στην κορυφή είχε καλλιεργηθεί από την εξαιρετική πορεία της στις διοργανώσεις των προηγούμενων ετών κόντρα σε αντίξοες συνθήκες (τραυματισμοί, απουσίες βασικών στελεχών, κακό ξεκίνημα) και στην παρουσία του Nikola Jokic και του Nemanja Bjelica δίπλα στον Bogdan Bogdanovic. Έλα όμως που και οι δύο ήταν κατώτεροι των περιστάσεων.

Στις εύκολες νίκες στο ξεκίνημα του Παγκοσμίου Πρωταθλήματος ο Jokic δεν χρειαζόταν να βρίσκεται στο παρκέ για πολλή ώρα. Τα 20.5 λεπτά που έπαιζε ανά αγώνα στα τέσσερα πρώτα παιχνίδια της Σερβίας ήταν αρκετά για να έχει μέσο όρο 11 πόντους, 7 ριμπάουντ και 4.5 ασίστ. Συγκομιδή υπέρ αρκετή για την ομάδα του σε αυτές τις πολύ εύκολες νίκες. Απ’ ότι φάνηκε παρά ήταν χαλαρός και όταν ζορίστηκε από τους Ισπανούς δεν του άρεσε. Εκνευρίστηκε και αποβλήθηκε από την αναμέτρηση έχοντας αγωνιστεί 17 λεπτά κατά τα οποία πέτυχε έξι πόντους επιχειρώντας μόνο τέσσερα σουτ. Απέναντι στην Αργεντινή αποφάσισε να πάρει την κατάσταση στα χέρια του για ένα μικρό διάστημα, αλλά οι 16 πόντοι, τα 10 ριμπάουντ και οι 5 ασίστ που κατέγραψε η στατιστική του δεν έφταναν.

Από την άλλη ο Bjelica ήταν εξαιρετικά ασταθής. Μετά από ένα πάρα πολύ καλό παιχνίδι ακολουθούσε πάντα ένα κάκιστο. Εφόσον δεν αγωνίστηκε στην πρεμιέρα με την Ανγκόλα ξεκίνησε με 20 πόντους και απόλυτη ευστοχία (7/7 σουτ, 3/3 βολές) απέναντι στις Φιλιππίνες, έπεσε στους πέντε με 2/9 σουτ κόντρα στην Ιταλία όμως συνεισέφερε με 9 ασίστ και 7 ριμπάουντ και στην αναμέτρηση με το Πούερτο Ρίκο σημείωσε 18 πόντους έχοντας 4/6 τρίποντα. Εναντίον της Ισπανίας πάλι, έβαλε 3 πόντους οι οποίοι προήλθαν από βολές (σ.σ. είχε 0/5 σουτ). Όσο για την αναμέτρηση με την Αργεντινή, ναι μεν σκόραρε 18 πόντους αλλά είχε 5/17 σουτ με 2/7 τρίποντα.

Τι απέμεινε λοιπόν; Ο φοβερός και τρομερός Bogdanovic, που παίζοντας το κορυφαίο μπάσκετ της καριέρας του έως τώρα, είχε βάλει «πλώρη» για το βραβείο του πολυτιμότερου παίκτη της διοργάνωσης. Ως συνήθως όλο το παιχνίδι της Σερβίας ήταν «χτισμένο» γύρω του. Κάθε του εμφάνιση άφηνε όλο τον κόσμο με το στόμα ανοιχτό. Φόρτωσε το καλάθι της Ανγκόλας με 24 πόντους και 5/7 τρίποντα, είχε 17 πόντους (4/5 τρίποντα) και 5 ασίστ στο παιχνίδι με τις Φιλιππίνες, έδωσε ρεσιτάλ (31 πόντοι, 6/11 τρίποντα, 5 ασίστ, 5 κλεψίματα) κόντρα στους Ιταλούς, ενώ η μόνη κακή εμφάνιση του στο τουρνουά ήταν αυτή απέναντι στο Πουέρτο Ρίκο όπου έμεινε στους 5 πόντους (μοίρασε και 5 ασίστ) με 1/8 σουτ. Από εκεί και πέρα έπαιξε μόνος του την Ισπανία με 26 πόντους, 10 ριμπάουντ και 6 ασίστ και ήταν ο κορυφαίος παίκτης των Σέρβων στην ήττα από την Αργεντινή πετυχαίνοντας 21 πόντους με 3/7 τρίποντα.

Αυτοί οι τρεις περίμεναν βοήθεια από τους Marko Simonovic, Vladimir Lucic, Miroslav Raduljica, Stefan Bircevic, Nikola Milutinov, Vasilije Micic, Marko Guduric, Stefan Jovic και Boban Marjanovic. Ποιος από όλους αυτούς είναι στο δικό τους επίπεδο; Κανένας είναι η απάντηση και μάλιστα ελάχιστοι μπορούν να ανταποκριθούν στις απαιτήσεις ενός Παγκοσμίου Πρωταθλήματος. Θα πει κανείς πως με τον Simonovic, τον Jovic, τον Bircevic και τον Raduljica η Σερβία πήρε το ασημένιο μετάλλιο στο Παγκόσμιο Πρωτάθλημα το 2014 και στους Ολυμπιακούς Αγώνες το 2016 και με τον Lucic, τον Bircevic, τον Micic, τον Guduric, τον Jovic και τον Marjanovic ήταν δεύτερη και στο EuroBasket το 2017. Γι’ αυτό ακριβώς μιλάμε για υπέρβαση.

Οι Σέρβοι πήγαν στο EuroBasket πριν από δύο χρόνια χωρίς τον Jokic, τον Bjelica, τον Milos Teodosic, τον Nikola Kalinic και τον Nemanja Nedovic. Δηλαδή χωρίς τα τέσσερα από τα πέντε μέλη της βασικής τους πεντάδας και χωρίς τον δεύτερο point guard τους. Στηρίχτηκαν αποκλειστικά στον Bogdanovic και ξεπέρασαν κάθε προσδοκία φτάνοντας μέχρι τον τελικό. Επειδή όμως και οι συγκυρίες παίζουν τον ρόλο τους η διαφορά των 10 πόντων (92-82) με την οποία κέρδισαν την Λετονία στο πρώτο παιχνίδι τους έφερε στην πρώτη θέση του ομίλου τους μετά από τριπλή ισοβαθμία και τους άνοιξε ένα «μονοπάτι» προς τα ημιτελικά στο οποίο βρήκαν απέναντι τους την Ουγγαρία στην φάση των «16» και την Ιταλία στα προημιτελικά. Αν όμως οι Λετονοί κέρδιζαν με τρεις πόντους παραπάνω την Ρωσία (νίκησε την Σερβία 75-72 αλλά στα ημιτελικά ηττήθηκε 87-79), που ήταν η τρίτη ομάδα στην ισοβαθμία, ή έχαναν με τρεις λιγότερους στην μεταξύ τους αναμέτρηση θα τους έστελναν στην δεύτερη θέση από όπου θα ακολουθούσαν έναν δρόμο ο οποίος θα τους έφερνε αντιμέτωπους με την Σλοβενία στα προημιτελικά και όχι στον τελικό, ενώ σε περίπτωση πρόκρισης θα τους περίμενε στα ημιτελικά η Ισπανία.

Το 2016 στο Ρίο τους έλειπε μόνο ο Bjelica, αλλά η κακή εικόνα που παρουσίασαν στην φάση των ομίλων δεν τους στοίχισε. Έχασαν από ΗΠΑ, Αυστραλία και Γαλλία τερματίζοντας τέταρτοι με μόνο δύο νίκες επί της Κίνας και της Βενεζουέλας και η τετραπλή ισοβαθμία ανάμεσα σε Κροατία, Ισπανία, Λιθουανία και Αργεντινή στον άλλο όμιλο τους έφερε αντιμέτωπους με τους γείτονες τους στα προημιτελικά. Με τους Αμερικάνους να κοντράρονται με τους Ισπανούς στον άλλο ημιτελικό ο δρόμος για τον τελικό ήταν ορθάνοιχτος. Η Σερβία έκαμψε δύσκολα (86-83) την αντίσταση των Κροατών και από τη στιγμή που οι Αυστραλοί είχαν κάνει ήδη την υπέρβαση τους φτάνοντας στην ζώνη των μεταλλίων τους καθάρισε με συνοπτικές διαδικασίες (87-61) παρότι στον όμιλο είχε χάσει με 15 πόντους διαφορά (95-80).

Το προηγούμενο Παγκόσμιο Πρωτάθλημα αποτέλεσε την αφετηρία αυτής της ομάδας. Με τον Djordjevic για πρώτη φορά στον πάγκο αυτό το σύνολο παικτών ήρθε από το πουθενά για να φτάσει μέχρι τον τελικό χωρίς να το περιμένει κανείς. Με τρεις ήττες από Ισπανία, Γαλλία και Βραζιλία στην φάση των ομίλων η Σερβία είχε τερματίσει τέταρτη στον όμιλο της κερδίζοντας μόνο το Ιράν και την Αίγυπτο με αποτέλεσμα στους «16» να βρει απέναντι της την Ελλάδα. Άλλο που δεν ήθελε. Την πέταξε έξω επικρατώντας 90-72 και στα προημιτελικά διέλυσε τους Βραζιλιάνους (την είχαν κερδίσει στον όμιλο 81-73) με 84-56. Εν τω μεταξύ οι Γάλλοι της είχαν κάνει την χάρη να αποκλείσουν τους Ισπανούς και έτσι πήρε ρεβάνς και από αυτούς (στον όμιλο είχαν επικρατήσει 74-73) κερδίζοντας τους στα ημιτελικά 90-85.

Τι κοινό είχαν αυτές οι πορείες προς την κατάκτηση τριών ασημένιων μεταλλίων; Οι Σέρβοι ξεκινούσαν την διοργάνωση πάντα ως αουτσάιντερ, ανέβαζαν σταδιακά ρυθμό κατά την διάρκεια της, τα αστέρια τους έβγαιναν μπροστά στα κρίσιμα παιχνίδια και που και που ξεπηδούσε και κάποιος αστάθμητος παράγοντας. Το 2014 ο Teodosic είχε διαλύσει την άμυνα της Βραζιλίας στα προημιτελικά και αυτή της Γαλλίας στα ημιτελικά σκοράροντας 23 (3/5 τρίποντα) και 24 πόντους (5/7 τρίποντα) αντίστοιχα, ο Bogdanovic είχε πραγματοποιήσει την καλύτερη του εμφάνιση απέναντι στην Ελλάδα στους «16» πετυχαίνοντας 21 πόντους (4/7 τρίποντα), ο Raduljica είχε κάνει ένα απίθανο τουρνουά σκοράροντας 13 πόντους ανά αγώνα, ο Kalinic με την παρουσία του σε άμυνα και επίθεση είχε δείξει πως μπορεί να σταθεί στο υψηλότερο επίπεδο, ενώ ακόμα και ο Nenad Krstic στην τελευταία του συμμετοχή στην εθνική ομάδα είχε βοηθήσει έχοντας διψήφιο αριθμό πόντων με σχετικά μικρό χρόνο συμμετοχής απέναντι σε Ελλάδα, Βραζιλία και Γαλλία στους νοκ άουτ αγώνες.

Δύο χρόνια μετά στους Ολυμπιακούς Αγώνες ο Bogdanovic είχε ηγηθεί της Σερβίας με 18 πόντους (3/4 τρίποντα) στη νίκη επί της Κροατίας στα προημιτελικά και ο Teodosic με 22 σε αυτή επί της Αυστραλίας στα ημιτελικά. Ο Raduljica ήταν και πάλι εξαιρετικός με 14.8 πόντους ανά αγώνα παίζοντας και για τον Jokic που στην πρώτη του συμμετοχή στην εθνική ομάδα, με εξαίρεση το τρομερό παιχνίδι που έκανε με τις ΗΠΑ (25 πόντοι) στην φάση των ομίλων, έμεινε στα ρηχά, ο Stefan Markovic είχε δώσει καθοριστικές βοήθειες με 12 πόντους απέναντι στους Κροάτες και 14 κόντρα στους Αυστραλούς όπως και ο Milan Macvan που είχε πετύχει 12.

Την επόμενη χρονιά στο EuroBasket ο Bogdanovic πήρε την κατάσταση στα χέρια του από την πρώτη στιγμή σταματώντας στους 30 πόντους απέναντι στην Λετονία, έβαλε 22 στην Ιταλία στα προημιτελικά και 24 στην Ρωσία στα ημιτελικά. Στο πλευρό του στάθηκαν ο Marjanovic με 18 πόντους στον ημιτελικό με τους Ρώσους και γενικότερα με πολύ καλή παρουσία σε όλη την διοργάνωση, ο Macvan που επίσης έκανε πολύ καλό τουρνουά και είχε σημαντική προσφορά στους «16» με την Ουγγαρία και στους «8» με τους Ιταλούς με 14 και 13 πόντους αντίστοιχα, ο Lucic που στα νοκ άουτ παιχνίδια ανέβασε την απόδοση του και είχε διψήφιο αριθμό πόντων βάζοντας 11 στους Ούγγρους, άλλους τόσους στην Ιταλία και 13 στην Ρωσία, ενώ υπήρξαν και μεμονωμένες περιπτώσεις όπως αυτή του Jovic (15 πόντοι, 9 ασίστ) στην πολύ δύσκολη και σημαντική νίκη επί της Τουρκίας στην φάση των ομίλων και αυτή του Ognjen Kuzmic (17 πόντοι, 10 ριμπάουντ) κόντρα στην Ουγγαρία.

Οι ρολίστες της Σερβίας σε όλα αυτά τα τουρνουά έπαιξαν καλύτερα απ’ ότι αναμενόταν και όπως ήταν φυσικό ο Djordjevic συνέχισε να τους εμπιστεύεται. Πολλές φορές άλλωστε δεν είχε άλλη επιλογή. Πήγε στην Κίνα χωρίς τον Teodosic, τον Kalinic και τον Nedovic που δεν μπόρεσαν πάλι να ακολουθήσουν την αποστολή λόγω τραυματισμών και αυτή τη φορά η απουσία τους αποδείχτηκε καθοριστική. Χωρίς τους δύο πρώτους point guard της η Σερβία δεν είχε να αντιπαρατάξει αντίπαλο δέος απέναντι στον Ricky Rubio και τον Facundo Campazzo οι οποίοι της έκαναν μεγάλη ζημιά και ήταν οι καλύτεροι παίκτες των ομάδων τους απέναντι της. Ο play maker των Phoenix Suns ήταν ο πρώτος σκόρερ της Ισπανίας με 19 πόντους και ο Αργεντινός έκανε ονειρικό παιχνίδι έχοντας 18 πόντους, 12 ασίστ, 6 ριμπάουντ και 3 κλεψίματα.

Ο Lucic δεν μπόρεσε να καλύψει ξανά επάξια το κενό του Kalinic και η μόνη καλή εμφάνιση που έκανε ήταν αυτή απέναντι στην Αργεντινή σημειώνοντας 12 πόντους. Ο Raduljica δεν είναι πλέον ο ίδιος παίκτης, ο Marjanovic είναι ένα πολύ βαρύ κορμί που δεν μπορούσε να ακολουθήσει τα γρήγορα και ευέλικτα σχήματα των Ισπανών και των Αργεντίνων, ο Milutinov παρότι ξεκινούσε στην βασική πεντάδα ήταν ουσιαστικά η τρίτη ή και η τέταρτη επιλογή στην θέση του center, ο Jovic που υπό κανονικές συνθήκες δεν θα βρισκόταν στην 12άδα κλήθηκε πάλι να είναι ο βασικός point guard, ο Micic κατά την διάρκεια της διοργάνωσης έχασε την μητέρα του οπότε όσο και να ήθελε δεν γινόταν να είναι το ίδιο αποδοτικός όσο ήταν με την Efes μέσα στη σεζόν, ο Guduric ως συνήθως δεν βοήθησε καθόλου και κάπως έτσι η Σερβία έφτασε να βασίζεται αποκλειστικά στον Bogdanovic, τον Jokic και τον Bjelica.

Ακόμα και αν οι άλλοι δύο έπαιζαν εξίσου καλά με τον Bogdanovic οι Σέρβοι πάλι θα έκαναν υπέρβαση εάν περνούσαν στα ημιτελικά. Από την αναμέτρηση με την Ισπανία και μετά θα αντιμετώπιζαν μόνο ομάδες υψηλού επιπέδου οι οποίες θα διέθεταν σαφώς πιο ποιοτικό ρόστερ στο σύνολο του και ας μην είχαν όλες παίκτες της αξίας της δικής τους τριάδας. Οι Ισπανοί για παράδειγμα έχοντας στην σύνθεση τους τον Marc Gasol, τον Rubio, τον Sergio Llull, τον Rudy Fernandez, τους αδερφούς Juan και Willy Hernangomez, τον Victor Claver, τον Pau Ribas και τον Pierre Oriola που αγωνίζονται όλοι στο κορυφαίο επίπεδο είτε στο NBA είτε στην EuroLeague δεν είχαν να ζηλέψουν τίποτα από την Σερβία και σκεφτείτε πως και αυτοί έχουν τρεις σημαντικές απουσίες, αφού ο Sergio Rodriguez, ο Nikola Mirotic και ο Alex Abrines αποφάσισαν να ξεκουραστούν και να μην πάρουν μέρος στο Παγκόσμιο Πρωτάθλημα.

Η Αργεντινή αποτελεί μια διαφορετική περίπτωση, αλλά και πάλι είχε σημαντικά πλεονεκτήματα έναντι των Σέρβων. Τον αγέραστο Luis Scola που στα 39 του έβαλε τα γυαλιά στους ψηλούς τους σκοράροντας 20 πόντους, τον Campazzo για τους λόγους που εξηγήσαμε παραπάνω και τους δικούς τις ρολίστες που είναι σαφώς καλύτεροι από αυτούς της Σερβίας. Παίκτες όπως ο Luca Vildoza, ο Nicolas Laprovittola, ο Nicolas Brussino, ο Marcos Delia, ο Gabriel Deck και ο Patricio Garino μπορεί να μην είναι μεγάλα ονόματα όμως κάνουν συγκεκριμένες δουλειές στο παρκέ και τις κάνουν πάντα καλά. Τρεις από αυτούς έφταναν και περίσσευαν για να πετάξουν εκτός τετράδας την Σερβία που δέχτηκε 11 πόντους με 3/5 τρίποντα από τον Vildoza, 15 με επίσης 3/5 τρίποντα από τον Garino και 13 από τον Deck που μάζεψε και 8 ριμπάουντ.

Αυτό λοιπόν ήταν το τέλος των υπερβάσεων για την Σερβία που μετά το φετινό στραπάτσο στην Κίνα λογικά θα κατάλαβε πως για να βρεθεί στην κορυφή χρειάζεται τους καλύτερους της παίκτες παρόντες και σε καλή κατάσταση. Αν έκανε και μια μικρή ανανέωση βέβαια δεν θα ήταν κακό. Οι μικρές εθνικές ομάδες της φέτος το καλοκαίρι μπορεί να πήγαν άπατες παρότι είχαν βλέψεις για διάκριση (η Under-16 ήταν 7η και η Under-18 10η στα αντίστοιχα EuroBasket, η Under-20 τερμάτισε 15η και υποβιβάστηκε στην 2η κατηγορία για πρώτη φορά στην ιστορία της, ενώ η Under-19 ήρθε 7η στο Παγκόσμιο Πρωτάθλημα), όμως ταλέντο υπάρχει. Παίκτες όπως ο 22χρονος shooting guard της Valencia, Vanja Marinkovic και ο 21χρονος power forward του Ερυθρού Αστέρα, Borisa Simanic δεν κλήθηκαν ούτε μία φορά στα προκριματικά του Παγκοσμίου Πρωταθλήματος, αλλά πλέον δείχνουν έτοιμοι να πάρουν μία ευκαιρία και να αναβαθμίσουν την ποιότητα των εναλλακτικών λύσεων της Σερβίας.