Στο draft του 2013 δεν τον διάλεξε καμία ομάδα, στις δύο πρώτες του σεζόν στο NBA κόπηκε από το ρόστερ πέντε ομάδων και έκανε όλες κι όλες τέσσερις εμφανίσεις, τον είπαν «2άρι» παγιδευμένο σε κορμί point guard, ενώ πάνω που άρχισε να κάνει κάπως αισθητή την παρουσία του τέθηκε εκτός μάχης για έναν ολόκληρο χρόνο λόγω τραυματισμού. Κι όμως μετά από όλα αυτά ο Seth Curry εξακολουθεί να παίζει στο NBA, είναι βασικός στην ομάδα που έχει το καλύτερο ρεκόρ και αποτελεί τον πιο εύστοχο παίκτη του πρωταθλήματος στα τρίποντα.

Στο κορυφαίο επίπεδο δεν σου χαρίζεται τίποτα. Το γεγονός πως ο Curry είναι γιος παλιού παίκτη του NBA, αδερφός του Stephen και προερχόταν από το Duke δεν συγκίνησε καμία ομάδα ούτε πριν από εφτά χρόνια που δήλωσε συμμετοχή στο draft, ούτε κατά την μετέπειτα πορεία του. Όλοι έβλεπαν έναν point guard με ύψος 1.88 μέτρα που ήταν καλός σουτέρ, αλλά τότε το τρίποντο δεν είχε μπει ακόμα τόσο πολύ στην ζωή τους και ο Stephen Curry δεν είχε γίνει ο παίκτης που άλλαξε το μπάσκετ ώστε κάποιος να εκτιμήσει έστω και λίγο τις δυνατότητες του μικρού του αδερφού. Ο Seth λοιπόν ήταν ένας περιφερειακός σαν όλους τους άλλους και έπρεπε να ξεκινήσει από το απόλυτο μηδέν, αφού δεν άκουσε καν το όνομα του την βραδιά του draft το 2013.

Οι Golden State Warriors εφόσον είχαν ήδη στο ρόστερ τους τον Stephen του έδωσαν μια ευκαιρία. Του πρόσφεραν μη εγγυημένο συμβόλαιο και τον χρησιμοποίησαν στα φιλικά προετοιμασίας, όμως πριν από την έναρξη της σεζόν τον αποδέσμευσαν. Για την G League που τότε ονομαζόταν ακόμα NBDL (National Basketball Development League) και τους Santa Cruz Warriors παρά ήταν καλός. Οι Memphis Grizzlies τον κάλεσαν να φορέσει την φανέλα τους και την ίδια μέρα που έκανε το ντεμπούτο του στο NBA τον έκοψαν από το ρόστερ τους για να επιστρέψει στην θυγατρική ομάδα του Golden State. Συνέχισε να διαπρέπει στο αναπτυξιακό πρωτάθλημα και έτσι τρεις μήνες αργότερα βρέθηκε στους Cleveland Cavaliers. Αγωνίστηκε σε ένα παιχνίδι και από την στιγμή που η δεκαήμερη συμφωνία του δεν ανανεώθηκε ξαναπήγε στο Santa Cruz.

Το καλοκαίρι του 2014 ο Curry ενίσχυσε τους Orlando Magic και τους Phoenix Suns στα Summer League του NBA και τελικά οι πρώτοι τον ενέταξαν στο δυναμικό τους μόνο για την περίοδο της προετοιμασίας εν όψει της νέας σεζόν. Έπαιξε πάλι στην G League και τον Μάρτιο του 2015 μεταπήδησε για μόλις δύο αναμετρήσεις στους Suns. Τον Ιούλιο ξεχώρισε με τους New Orelans Pelicans στο καλοκαιρινό τουρνουά του Las Vegas και το αποτέλεσμα ήταν να υπογράψει διετές συμβόλαιο με τους Sacramento Kings. Έκανε 44 εμφανίσεις με την φανέλα τους και αφού ολοκλήρωσε την χρονιά έχοντας διψήφιο αριθμό πόντων στα 10 από τα τελευταία 11 παιχνίδια, ξεπερνώντας μάλιστα τέσσερις φορές τους 20, αποφάσισε να μείνει ελεύθερος και αναζητήσει αλλού μια καλύτερη τύχη.

Έτσι τον Ιούλιο του 2016 συμφώνησε με τους Dallas Mavericks και βρέθηκε για πρώτη φορά σε ομάδα που είχε ενεργό ρόλο. Ήταν βασικός στους 42 από τους 70 αγώνες που έπαιξε το 2017 και είχε μέσο όρο 12.8 πόντους σουτάροντας με 42.5% στα τρίποντα. Δυστυχώς όμως λίγο πριν από την έναρξη της επόμενης σεζόν υπέστη κάταγμα στην κνήμη του αριστερού του ποδιού και έχασε ολόκληρη την χρονιά. Όταν επανήλθε τον εμπιστεύτηκαν οι Portland Trail Blazers με τους οποίους το 2019 είχε 7.9 πόντους ανά αγώνα με 45% στα τρίποντα. Στο διετές συμβόλαιο που είχε υπογράψει υπήρχε ρήτρα, όπως και στο Sacramento και στο Dallas, που του επέτρεπε να το σπάσει μετά τον πρώτο χρόνο και το έκανε πάλι για να επιστρέψει στους Mavericks οι οποίοι του πρόσφεραν τετραετή συμφωνία αξίας 32 εκατομμυρίων δολαρίων.

Από πέρυσι ξεκίνησε να αποδεικνύει για τα καλά την χρησιμότητα του. Με εμφανίσεις όπως αυτή στο 122-111 επί των Detroit Pistons (30 πόντοι, 6/9 τρίποντα), αυτήν στο 116-100 κόντρα στους Charlotte Hornets (26 πόντοι, 6/8 τρίποντα), το 127-123 απέναντι στους Pelicans (21 πόντοι, 6/9 τρίποντα) και την ήττα (126-118) από τους Miami Heat (37 πόντοι, 8/9 τρίποντα), ο Curry εξελίχτηκε σε μια απρόσμενα αξιόπιστη λύση για τους Mavs έχοντας μέσο όρο 12.4 πόντους με 45.2% στα τρίποντα ερχόμενος από τον πάγκο. Εκεί πάντως που νόμιζε πως θα καθιερωθεί σε αυτόν τον ρόλο στο Dallas ήρθε η φετινή μετακίνηση του στους Philadelphia 76ers για να τον αναβαθμίσει ακόμα περισσότερο.

Το πρώτο μέλημα του Daryl Morey όταν μετακόμισε από τους Houston Rockets, όπου κατείχε το πόστο του General Manager, στους Sixers για να αναλάβει αυτό του President of Basketball Operations ήταν να προσθέσει ικανούς σουτέρ γύρω από τον Joel Embiid και τον Ben Simmons και ο Curry ήταν πρώτος στην λίστα του. Γι’ αυτό έστειλε τον Josh Richardson ως αντάλλαγμα στους Mavericks για τον φέρει στην Philadelphia και να τον κάνει βασικό. Μέχρι στιγμής αυτή αποτελεί μία από τις καλύτερες κινήσεις που έγιναν κατά την διάρκεια της offseason, αφού ο 30χρονος guard μετά από οκτώ αγώνες μετράει 17 πόντους ανά αγώνα σουτάροντας με το εκπληκτικό 59.2% στα τρίποντα και η νέα του ομάδα έχει το καλύτερο ρεκόρ (7-1) στο NBA.

Μάλιστα τρέχει ένα σερί πέντε συνεχόμενων νικών κατά το οποίο ο Curry κάνει θραύση στην αποστολή που έχει αναλάβει. Παίρνει θέση πίσω από την γραμμή του τριπόντου και είναι άχαστος όπως λέμε στην γλώσσα του μπάσκετ. Έβαλε 17 πόντους με 3/6 τρίποντα στην επικράτηση επί των Toronto Raptors με 100-93, 21 με 5/7 στο 116-92 επί των Magic, άλλους τόσους με 3/6 στο 127-112 επί των Hornets και μετά τους 11 (2/2 τρίποντα) στη νέα νίκη (118-101) επί του ίδιου αντιπάλου «βομβάρδισε» το καλάθι των Washington Wizards. Από την πρώτη περίοδο κιόλας είχε φτάσει τους 15 πόντους με 5/5 τρίποντα και τελικά σταμάτησε στους 28 με 6/7 βοηθώντας τους Sixers να αντέξουν τους 60 πόντους που σκόραρε ο Bradley Beal και να κερδίσουν 141-136.

Στα δύσκολα πάλι βγήκε μπροστά χωρίς τρίποντα. Στην 4η περίοδο η Washington γύρισε από το -18 για να περάσει μπροστά 119-117 και ο Curry ήταν αυτός που διέκοψε ένα σερί 6-0 προτού δώσει ξανά προβάδισμα (124-122) στην ομάδα του. Το έκανε και για το 128-127 και από εκεί και πέρα ανέλαβε δράση ο Embiid (38 πόντοι) που σημείωσε 11 συνεχόμενους πόντους.

Με κάτι τέτοια αποδεικνύεται πως ο Curry είναι ο ιδανικός point guard για την Philadelphia. Από την στιγμή που ο Simmons είναι ουσιαστικά ο play maker της, εδώ και μερικά χρόνια αναζητούσε έναν παίκτη για την θέση «1» που να μην είναι δημιουργός αλλά εκτελεστής και να μην χρειάζεται να έχει την μπάλα στα χέρια του. Ρόλος δηλαδή που είναι σαν να έχει φτιαχτεί ειδικά για την περίπτωση του.