Η άφιξη του Predrag Danilovic στην Μπολόνια το καλοκαίρι του 1992 μεταμόρφωσε την Virtus στην κορυφαία ομάδα του ιταλικού μπάσκετ, αφού όσο φορούσε την φανέλα της ο τίτλος της πρωταθλήτριας κατέληγε μονίμως στα χέρια της.

Ο Alfredo Cazzola, που είχε αγοράσει την ομάδα πριν ένα χρόνο, είχε βάλει σκοπό να την οδηγήσει ξανά στην κορυφή (η Virtus είχε να πάρει το πρωτάθλημα από το 1984) και βλέποντας την Benetton Treviso να στέφεται πρωταθλήτρια για πρώτη φορά στην ιστορία της οδηγούμενη από τον Toni Kukoc, διαπίστωσε πως θα έπρεπε να αποκτήσει έναν ξένο παίκτη που θα έκανε την διαφορά. Ιδανικότερος από τον Danilovic, που το 1992 είχε οδηγήσει την Partizan στην κατάκτηση της EuroLeague ως MVP του Final 4 και στα προημιτελικά της διοργάνωσης είχε πρωταγωνιστήσει στον αποκλεισμό της Virtus, δεν θα μπορούσε να υπάρξει.

Ο 22χρονος τότε shooting guard υπέγραψε ένα πλουσιοπάροχο συμβόλαιο που του απέφερε κάθε χρόνο 900 χιλιάδες δολάρια και στο παρκέ απέδειξε πως τα άξιζε και με το παραπάνω, καθώς η μεταγραφή του είχε άμεσα αποτελέσματα για την Virtus που ήταν γνωστή ως Knorr Bologna λόγω του χορηγού της. Στο ντεμπούτο του σημείωσε 19 πόντους και η ομάδα του πέτυχε την πρώτη από τις εννιά συνεχόμενες νίκες της κερδίζοντας την Stefanel Trieste του Dejan Bodiroga 82-70. Οι επόμενες έξι εμφανίσεις του έκαναν τους φίλους της Virtus να καταλάβουν πως η ομάδα τους πήρε έναν πραγματικά σπουδαίο παίκτη, αφού τον είδαν να φορτώνει κατά σειρά το καλάθι της Caserta (70-64) με 25 πόντους, της Venezia (95-87) με 26, της Scavolini Pesaro (77-60) με 25, της Montecatini (88-75) με 27, της Pistoia (81-69) με 35 και αυτό της Rimini (81-71) με 24.

Την 11η αγωνιστική η Virtus κέρδισε την Roma του Dino Radja 101-90 με 22 πόντους από τον Danilovic, ο οποίος στο επόμενο παιχνίδι σκόραρε 37 στο 78-67 επί της Livorno, ενώ την 14η χάρη στους 29 πόντους του επικράτησε της Philips Milano του Aleksandar Djordjevic με 84-83. Ακολούθησαν 30 πόντοι στο 91-78 απέναντι στην Caserta για την 16η αγωνιστική, 31 στο 90-88 κόντρα στην Torino για την 28η και 34 με 7/9 τρίποντα στο 95-87 επί της Fabriano για την 30η και τελευταία. Με τον νέο ηγέτη της λοιπόν να έχει μέσο όρο 23.3 πόντους, η Virtus τερμάτισε πρώτη στην κανονική περίοδο έχοντας 24 νίκες και 6 ήττες αφήνοντας πίσω της Philips Milano (21-9) και Benetton Treviso (19-11).

Στα playoffs ο Danilovic έμεινε μία φορά κάτω από τους 20 πόντους και έχοντας 25.6 ανά αγώνα την οδήγησε αήττητη στο πρωτάθλημα. Έβαλε 22 στην πρώτη αναμέτρηση (103-83) με την Pistoia, 29 στην δεύτερη (96-95), 28 στο πρώτο παιχνίδι (84-77) με την Cantu, 29 με 7/8 τρίποντα στο δεύτερο (93-87) και στους τελικούς κέρδισε την προσωπική του μονομαχία με τον Kukoc. Στον πρώτο αγώνα οι 19 πόντοι του αρκούσαν ώστε η Virtus να επιβληθεί της Benetton με 97-80, στον δεύτερο σκόραρε 24 ώστε να έρθει άλλη μία νίκη με 108-97 και στον τρίτο (117-83) οι 28 πόντοι του επισφράγισαν την πανηγυρική κατάκτηση του τίτλου.

Αυτή ήταν απλά η αρχή. Το 1994 η Virtus άλλαξε προπονητή με τον Alberto Bucci να επιστρέφει στον πάγκο της μετά από οκτώ χρόνια (ήταν ο τεχνικός με τον οποίο είχε πάρει το πρωτάθλημα το 1984) για να αντικαταστήσει τον τότε βοηθό του Ettore Messina, που είχε μεταπηδήσει σε αυτόν της εθνικής Ιταλίας. Επίσης είχε αλλάξει και χορηγό με αποτέλεσμα να είναι γνωστή πλέον ως Buckler Bologna. Αγωνιστικά πάντως δεν επηρεάστηκε καθόλου. Με τον Danilovic να σημειώνει κατά σειρά 21 πόντους απέναντι στη Roma (99-74), 23 κόντρα στην Reggio Calabria (77-69), 22 στην αναμέτρηση με την Verona (81-71), 24 στο παιχνίδι με την Pistoia (114-83) και 31 στο ντέρμπι με την συμπολίτισσα Fortitudo Bologna (75-72), που μόλις είχε ανέβει από την A2 και ήταν γνωστή ως Filodoro λόγω χορηγού, ξεκίνησε τη σεζόν με πέντε σερί νίκες.

Οι δύο συνεχόμενες ήττες που ακολούθησαν από Caserta και Scavolini δεν την έβγαλαν από τον δρόμο της. Αμέσως μετά ξεκίνησε νέο νικηφόρο σερί με τον Danilovic να μην δείχνει κανένα έλεος στους αντιπάλους της. Φόρτωσε το καλάθι της Livorno (82-71) με 26 πόντους, της Reggio Emilia (104-93) με 36, της Benetton Treviso (88-76) με 30, της Venezia (102-71) με 33, της Recoaro Milano (96-87) πια με 27 και αυτό της Cantu (86-81) με άλλους τόσους. Όλα αυτά στον πρώτο γύρο. Στον δεύτερο μετά τους 38 πόντους που έβαλε στην ήττα από την Roma στην πρεμιέρα τραυματίστηκε και έχασε τα επόμενα τέσσερα παιχνίδια. Όταν επέστρεψε, η Virtus έκανε οκτώ συνεχόμενες νίκες και έχασε ξανά την τελευταία αγωνιστική από την Montecatini. Κορυφαίες εμφανίσεις του σε αυτό το διάστημα οι 30 πόντοι στο 96-77 επί της Livorno για την 23η αγωνιστική, οι 34 στο 97-85 απέναντι στην Milano για την 27η και οι 28 στο 92-87 κόντρα στην Stefanel Trieste για την 29η. Η Virtus με τον Danilovic να έχει 25.1 πόντους ανά αγώνα ήταν ξανά πρώτη στην κανονική περίοδο με 24-6 ακολουθούμενη από Scavolini Pesaro (21-9), Stefanel (20-10) και Verona (20-10).

Στα playoffs αυτή τη φορά το έργο της ήταν πιο δύσκολο. Απέκλεισε με 2-0 νίκες την Benetton με τον Danilovic να έχει 29 πόντους στην πρώτη (86-82) και 21 στην δεύτερη (76-75) και τα βρήκε σκούρα και με την Verona. Επικράτησε 79-72 στο πρώτο παιχνίδι χάρη στους 20 πόντους του, αλλά έχασε στο δεύτερο 72-69 γιατί έμεινε στους 14. Τελικά πήρε την πρόκριση για τους τελικούς κερδίζοντας 77-55 με 21 δικούς του πόντους. Σκληρό καρύδι όμως αποδείχτηκε και η Scavolini, που έφτασε την μάχη για τον τίτλο στο 5ο παιχνίδι. Ο Danilovic όμως όταν έπρεπε ήταν εντυπωσιακός. Σκόραρε 20 πόντους στον πρώτο αγώνα προκειμένου η Virtus να κερδίσει 85-80, είχε 29 στην ήττα με 87-81 στον δεύτερο, έβαλε 33 στον τρίτο στη νέα νίκη της ομάδας του με 88-76 και αφού στον τέταρτο οι 19 πόντοι του δεν έφταναν (η Scavolini επικράτησε 73-66), στον πέμπτο σταμάτησε πάλι στους 33 ώστε η Virtus να επιβληθεί με 79-68 και να διατηρήσει το «στέμμα» της πρωταθλήτριας.

Το σύστημα διεξαγωγής του Ιταλικού Πρωταθλήματος άλλαξε το 1995 με τις ομάδες να μειώνονται από 16 σε 14 και μετά από δύο γύρους με 26 αγωνιστικές να ακολουθεί μια δεύτερη φάση έξι αγώνων από την οποία καθοριζόταν η τελική βαθμολογία. Ο ανταγωνισμός μεγάλωσε, αλλά ο Danilovic ήταν ασυναγώνιστος και η Virtus δεν πτοήθηκε ιδιαίτερα. Οι πέντε συνεχόμενες νίκες με τις οποίες ξεκίνησε τη σεζόν για μία ακόμα φορά ήταν ένα ξεκάθαρο μήνυμα προς όλους τους αντιπάλους της. Ο Danilovic σκόραρε 30 πόντους στο 88-70 επί της Montecatini, 32 στο 97-73 κόντρα στην Roma, 31 στο 93-76 απέναντι στην Siena, 28 στο 92-68 επί της Reggio Emilia, 29 στο 84-72 κόντρα στην Benetton Treviso και ξεπέρασε συνολικά πέντε φορές τους 30 στις οκτώ πρώτες αγωνιστικές.

Επέστρεψε μετά από έναν μικρό τραυματισμό που τον άφησε εκτός μάχης για δύο αγώνες με 34 πόντους στο 84-76 επί της Pistoia και έκλεισε τον πρώτο γύρο με την κορυφαία εμφάνιση του έως τότε στα ιταλικά γήπεδα, αφού στη νίκη απέναντι στην Stefanel Milano (η εταιρία Stefanel αγόρασε την Olimpia Milano και έφερε μαζί της όλους τους παίκτες που είχε στην Τεργέστη) με 94-73 έφτασε τους 41 πόντους. Στον δεύτερο γύρο δεν χαλάρωσε καθόλου. Έβαλε 34 πόντους στην Roma για την 15η αγωνιστική, 32 στην Scavolini για την 21η, 30 στην Pistoia για την 23η και 31 στην Stefanel για την 25η, ενώ δεν έπεσε ούτε μία φορά κάτω από τους 20.

Η Virtus κέρδισε κατά σειρά 88-75, 86-75, 98-83 και 89-78 τα παιχνίδια που αναφέραμε και στην δεύτερη φάση έκανε 6/6 με τον Danilovic να φορτώνει το καλάθι της Reggio Emilia (88-65) με 28 πόντους, της Scavolini (92-78) με 27, της Filodoro Bologna (82-70) με άλλους τόσους, της Montecatini (89-83) με 29, της Varese (100-75) με 26 και αυτό της Illycaffe’ Trieste (97-82) επίσης με 26. Στις 27 εμφανίσεις που έκανε είχε μέσο όρο 29.1 πόντους και η ομάδα του ήταν ξανά πρώτη στην βαθμολογία της κανονικής περιόδου με 25-7 έχοντας πίσω της Filodoro Bologna (23-9), Benetton Treviso (22-10) και Stefanel Milano (20-12). Η τελευταία μάλιστα αποτέλεσε τον πιο δύσκολο αντίπαλο της στα playoffs.

Αφού απέκλεισε με 2-0 νίκες την Roma, με τον Danilovic να έχει 11 πόντους στην πρώτη (82-79) και 27 στην δεύτερη (80-72), η Virtus χρειάστηκε πέντε αγώνες για να ξεπεράσει το εμπόδιο της Stefanel στην πορεία της προς τους τελικούς. Κέρδισε τον πρώτο 93-80 με 29 δικούς του πόντους, έχασε τον δεύτερο 76-59 παρά τους 27 που σημείωσε, στον τρίτο την οδήγησε στη νίκη με 90-78 σκοράροντας 24 πόντους, στον τέταρτο η Stefanel τον κράτησε στους 15 και συνέτριψε την ομάδα του 96-71 και στον πέμπτο με τους 24 πόντους του κατάφερε να κάμψει την αντίσταση της με 87-79. Η Benetton δεν ήταν τόσο ανταγωνιστική. Με 22 πόντους του Danilovic η Virtus πήρε το πρώτο παιχνίδι 84-68, με άλλους τόσους κέρδισε το δεύτερο 83-77 και στο τρίτο (95-82) τον είδε να φτάνει τους 40 και να της χαρίζει το τρίτο συνεχόμενο πρωτάθλημα της.

Αυτό ήταν το αποχαιρετιστήριο δώρο του, καθώς μετά το τέλος της σεζόν αποφάσισε να δοκιμάσει την τύχη του στο NBA υπογράφοντας στους Miami Heat και μάλιστα με πολύ καλές οικονομικές απολαβές (οκτώ εκατομμύρια δολάρια για τέσσερα χρόνια). Οι Heat τον πίστευαν και τον έκαναν από την πρώτη στιγμή τον βασικό shooting guard τους, αλλά στάθηκε άτυχος. Μετά από 19 παιχνίδια και ενώ είχε μέσο όρο 13.4 πόντους σουτάροντας με 43.6% στα τρίποντα προερχόμενος από μια τρομερή εμφάνιση κατά την οποία είχε πετύχει 30 πόντους (το προσωπικό του ρεκόρ στο NBA) με 6/9 τρίποντα στη νίκη επί των Phoenix Suns με 94-92, τραυματίστηκε στον δεξιό του καρπό και χρειάστηκε να υποβληθεί σε εγχείρηση. Έμεινε εκτός δράσης για τέσσερις μήνες και όταν επέστρεψε εκτός από την φόρμα του είχε χάσει και την θέση του στην βασική πεντάδα. Την επόμενη σεζόν πάντως την ανέκτησε. Παρόλα αυτά δεν ήταν το ίδιο αποτελεσματικός και παραχωρήθηκε με ανταλλαγή στους Dallas Mavericks.

Το καλοκαίρι του 1997 αποφάσισε να πάρει τον δρόμο της επιστροφής για την Μπολόνια. Η Virtus του έδωσε τριετές συμβόλαιο αξίας έξι εκατομμυρίων δολαρίων και με την επιστροφή του έβαλε πλώρη για να ανακτήσει τα «σκήπτρα» της εντός συνόρων και να κατακτήσει την Ευρώπη. Όσο έλειπε ο Danilovic ο μόνος τίτλος που είχε πάρει ήταν το Κύπελλο Ιταλίας το 1997, ενώ στο πρωτάθλημα είχε αποκλειστεί στην ημιτελική φάση των playoffs από την Stefanel Milano (πρωταθλήτρια το 1996) και την Fortitudo Bologna που πλέον ήταν γνωστή ως Teamsystem. Όταν πάτησε παρκέ φορώντας την φανέλα που έγραφε πια Kinder Bologna ήταν σαν μην έλειψε μια μέρα.

Η Virtus ολοκλήρωσε αήττητη τον πρώτο γύρο με 13 νίκες σε ισάριθμες αγωνιστικές με τον Danilovic να έχει μέσο όρο 23.2 πόντους και έχασε για πρώτη φορά στην πρεμιέρα του δεύτερου από την Varese 74-73. Η ολοκλήρωση της κανονικής περιόδου την βρήκε στην κορυφή με 23-3 (ακολούθησαν η Teamsystem Bologna με 21-5 και η Benetton Treviso με 17-9) και τον κύριο με το νούμερο «5» στην πλάτη να έχει 21.8 πόντους ανά αγώνα. Η δεύτερη φάση πλέον δεν υπήρχε όμως όλες οι σειρές των playoffs κρίνονταν στις τρεις νίκες. Για να αποκλείσει τη Roma που ήταν ο πρώτος αντίπαλος της χρειάστηκε τέσσερα παιχνίδια. Κέρδισε το πρώτο 82-63 με 24 πόντους (4/7 τρίποντα) από τον Danilovic, εφόσον έμεινε στους 11 έχασε το δεύτερο 78-74, με 21 δικούς του πόντους (4/6 τρίποντα) επικράτησε στο τρίτο 69-55 και στο τέταρτο τον είδε να πετυχαίνει 47 πόντους με 8/13 τρίποντα και να την οδηγεί στην πρόκριση με 84-77.

Στην πρώτη αναμέτρηση με την Varese για την ημιτελική φάση τραυματίστηκε μόλις μετά από εφτά λεπτά παιχνιδιού και έχασε την υπόλοιπη σειρά. Οι συμπαίκτες του κατάφεραν να περάσουν με 3-1 νίκες και στους τελικούς επέστρεψε για να κάνει την διαφορά και και να χαρίσει στους φιλάθλους της Virtus μία στιγμή που έμεινε για πάντα χαραγμένη στην μνήμη τους. Παρά τους 17 πόντους του στον πρώτο αγώνα η Teamsystem έσπασε το πλεονέκτημα έδρας της ομάδας του επικρατώντας 81-80. Η απάντηση του ήταν 30 πόντοι (4/7 τρίποντα) και break στο break με 78-76. Στην Fortitudo πήραν χαμπάρι πως αν καταφέρουν να τον περιορίσουν δεν πρόκειται να χάσουν από άλλον παίκτη και έτσι κρατώντας τον στους 12 πόντους έκαναν κι άλλο «διπλό» με 76-69. Οι συμπαίκτες του ανταποκρίθηκαν στην πρόκληση και παρότι στο τέταρτο παιχνίδι κατόρθωσε να βάλει μόνο 6 πόντους η Kinder κέρδισε πάλι εκτός έδρας 59-57.

Ο πρωταθλητής θα κρινόταν στον 5ο και τελευταίο τελικό και η μάχη που δόθηκε πέρασε στην ιστορία όπως φυσικά και όλη αυτή η απίθανη σειρά. Η Teamsystem ήταν μπροστά 72-68, αλλά με 18 δευτερόλεπτα να απομένουν για τη λήξη ο Danilovic (20 πόντοι) ευστόχησε σε τρίποντο και πήρε και φάουλ για να βάλει την βολή και να ισοφαρίσει. Μετά από αυτή την εξέλιξη η αναμέτρηση οδηγήθηκε στην παράταση όπου η Virtus κέρδισε 86-77 και εκτός από πρωταθλήτρια Ευρώπης στέφτηκε και πρωταθλήτρια Ιταλίας για το 1998. Βλέπετε λίγο καιρό νωρίτερα είχε κερδίσει την ΑΕΚ στον τελικό του Final 4 της EuroLeague, την συμμετοχή στο οποίο της είχαν στερήσει στην πρώτη θητεία του Danilovic στην Μπολόνια Real Madrid (1993), Ολυμπιακός (1994) και Παναθηναϊκός (1995). Αυτό ήταν και το αποκορύφωμα της καριέρας του. Ο σοβαρός τραυματισμός που υπέστη την επόμενη χρονιά του επέτρεψε να αγωνιστεί μόλις σε 14 παιχνίδια στην κανονική περίοδο του πρωταθλήματος και όταν επέστρεψε δεν ήταν ο ίδιος παίκτης.

Αν και ήταν ακόμα 29 ετών είχε βαρύνει και είχε χάσει την εκρηκτικότητα που τον διέκρινε. Μαζί και την όρεξη να συνεχίσει να παίζει, αφού έμοιαζε να ταλαιπωρείται και μόνο που βρισκόταν στο παρκέ. Ακόμα και έτσι το 1999 βοήθησε την Virtus να φτάσει μέχρι τον τελικό του Final 4 της EuroLeague, όπου ηττήθηκε από την Zalgiris Kaunas και το 2000 έκανε μια αξιοπρεπέστατη σεζόν. Έχασε μόνο δύο από τους 30 αγώνες (οι ομάδες είχαν γίνει πάλι 16) της κανονικής περιόδου και έχοντας μέσο όρο 19 πόντους είχε συμβάλει ώστε η ομάδα του να τερματίσει δεύτερη πίσω από την Fortitudo (27-3), που λεγόταν πια Paf, με 21-9. Στα playoffs η μετέπειτα πρωταθλήτρια Benetton Treviso την απέκλεισε στα ημιτελικά με 3-0 νίκες, ενώ στην Ευρώπη ήταν πάλι χρονιά τελικού. Λόγω της κατάκτησης του Κυπέλλου Ιταλίας την προηγούμενη σεζόν η Virtus αγωνιζόταν στο Saporta Cup (πρώην Κύπελλο Κυπελλούχων) και είχε χάσει στον τελικό από την ΑΕΚ.

Ο Danilovic είχε ανακοινώσει ήδη πως στο τέλος της σεζόν θα αποσυρθεί. Δεν άντεχε άλλο τους πόνους στα πόδια του και αποχώρησε από την ενεργό δράση στα 30 του ως καλύτερος παίκτης που φόρεσε ποτέ την φανέλα της Virtus, η οποία χάρη στα κατορθώματα του διένυσε την πιο λαμπρή περίοδο της ιστορίας της.