Είναι κάτι που ακούγαμε παλιά για παίκτες που έκαναν ασυνήθιστα πράγματα και κυρίως για ψηλούς οι οποίοι μπορούσαν να χειριστούν καλά τη μπάλα ή είχαν ευχέρεια στο μακρινό σουτ. Στην σημερινή εποχή όμως υπάρχει ένας που ενσαρκώνει αυτή τη φράση γιατί αν δίναμε σε ένα κομπιούτερ όλα τα στοιχεία στατιστικά και μη για να βγάλει τον πληρέστερο μπασκετμπολίστα τότε θα δημιουργούσε τον Nikola Jokic.
Ο Σέρβος center των Denver Nuggets ήταν πέρυσι ο MVP της κανονικής περιόδου στο NBA και μόλις ολοκλήρωσε μία σεζόν που θα μπορούσε κάλλιστα να του δώσει ξανά το βραβείο. Με τον Jamal Murray να μην παίζει καθόλου φέτος και τον Michael Porter να δίνει το «παρών» μόλις σε εννιά αγώνες χρειάστηκε να κουβαλήσει μόνος του την ομάδα του και χωρίς την βοήθεια των δύο καλύτερων συμπαικτών του την έβαλε άνετα στα playoffs ως 6η από την Δύση με ρεκόρ 48-34 κάνοντας πράγματα που δεν είχαν υπάρξει ποτέ μέχρι πρότινος στο NBA ή είχαν γίνει από ελάχιστους παίκτες.
Για αρχή ο Jokic με 2004 πόντους, 1019 ριμπάουντ και 584 ασίστ σε 74 εμφανίσεις έγινε ο πρώτος παίκτης στην ιστορία του NBA με τουλάχιστον 2000 πόντους, 1000 ριμπάουντ και 500 ασίστ σε μία σεζόν. Ήταν 5ος σε πόντους, πρώτος σε ριμπάουντ, 6ος σε ασίστ, 10ος σε κλεψίματα με 109 και 8ος σε ποσοστό ευστοχίας με 58.3% αποτελώντας τον πρώτο παίκτη στην ιστορία του NBA που βρίσκεται μέσα στην πρώτη δεκάδα σε όλες αυτές τις στατιστικές κατηγορίες την ίδια σεζόν. Ακόμα με μέσο όρο 27.1 πόντους, 13.8 ριμπάουντ και 7.9 ασίστ είναι ο μοναδικός που έχει καταγράψει ταυτόχρονα πάνω από 25 πόντους, 13 ριμπάουντ και 6 ασίστ ανά αγώνα.
Ηγήθηκε των Nuggets σε πόντους, ριμπάουντ, ασίστ, κλεψίματα, κοψίματα (63) και ποσοστό ευστοχίας κάτι που δεν είχε κάνει ποτέ ξανά άλλος παίκτης σε καμία ομάδα του NBA, ενώ ήταν πρώτος ανάμεσα στους συμπαίκτες του σε πόντους, ριμπάουντ και ασίστ για 5η συνεχή χρονιά την ώρα που κανένας άλλος παίκτης στην ιστορία του NBA δεν έχει να επιδείξει το ίδιο επίτευγμα για περισσότερες από τρεις σερί σεζόν. Μάλιστα στην τελική ευθεία της κανονικής περιόδου φόρτσαρε σε σημείο που ήταν πρώτος σκόρερ, ριμπάουντερ και ο παίκτης των Nuggets με τις περισσότερες ασίστ σε 13 παιχνίδια μέσα στον Μάρτιο νούμερο που αποτελεί ρεκόρ στην ιστορία του NBA για έναν μήνα.
Στα τελευταία πέντε παιχνίδια του δε ο Jokic έκανε πράγματα που είχαν να συμβούν εδώ και πάρα πολλά χρόνια. Είχε 37 πόντους, 13 ριμπάουντ και 9 ασίστ κόντρα στους Indiana Pacers, 38 πόντους, 19 ριμπάουντ και 8 ασίστ απέναντι στους Minnesota Timberwolves, 38 πόντους, 18 ριμπάουντ, 6 ασίστ, 2 κλεψίματα και 2 κοψίματα στην αναμέτρηση με τους Los Angeles Lakers, 41 πόντους και 17 ριμπάουντ σε αυτήν με τους San Antonio Spurs και 35 πόντους, 16 ριμπάουντ, 6 ασίστ και 4 κλεψίματα στον αγώνα με τους Memphis Grizzlies. Ο τελευταίος παίκτης με τουλάχιστον 35 πόντους και 15 ριμπάουντ σε τέσσερα συνεχόμενα παιχνίδια ήταν ο Bob McAdoo το 1975 και αυτός με μίνιμουμ 35 πόντους και 10 ριμπάουντ σε πέντε σερί αναμετρήσεις ο Karl Malone το 1988.
Για την ιστορία εκείνη τη χρονιά ο McAdoo που αγωνιζόταν στους Buffalo Braves που είναι οι σημερινοί Los Angeles Clippers είχε αναδειχτεί MVP της κανονικής περιόδου και ήταν ο πρώτος σκόρερ του NBA με μέσο όρο 34.5 πόντους. Όσο για το σερί του, αυτό περιλάμβανε 51 πόντους και 20 ριμπάουντ εναντίον των Houston Rockets, 49 πόντους και 17 ριμπάουντ κόντρα στους Boston Celtics, 42 πόντους και 15 ριμπάουντ στη νέα αναμέτρηση της ομάδας του με τους Rockets και 48 πόντους και 20 ριμπάουντ απέναντι στους Philadelphia 76ers.
Αν προσθέσουμε στην εξίσωση και το ποσοστό ευστοχίας του Jokic σε αυτούς τους αγώνες (78.9%, 66.7%, 68.2%, 51.4%, 66.7%) πάμε στην δεκαετία του 60′ όπου μεσουρανούσε ο Wilt Chamberlain. Κι αυτά με μειωμένη ευστοχία στα τρίποντα, αφού ο 27χρονος center από το 38.8% της περασμένης σεζόν κατέβηκε φέτος στο 33.7% πίσω από τα 7.25 μέτρα. Παρόλα αυτά συνολικά σούταρε καλύτερα σε σχέση με πέρυσι γιατί ανέβασε το ποσοστό του στα σουτ δύο πόντων από το 60.6% στο 65.2%. Ο συγκεκριμένος αριθμός τον έφερε 4ο στο NBA σε αυτή την στατιστική κατηγορία πίσω από τον Rudy Gobert (71.8%) των Jazz, τον Jarrett Allen (68.8%) των Cleveland Cavaliers και τον Montrezl Harrell (65.8%) που ξεκίνησε τη χρονιά στους Washington Wizards και την ολοκλήρωσε με τους Charlotte Hornets και ήταν ιδιαίτερα εντυπωσιακός.
Παίκτες κυρίαρχοι κάτω από τα καλάθια όπως ο Joel Embiid των Sixers και ο Γιάννης Αντετοκούνμπο των Milwaukee Bucks που ήταν οι δύο πρώτοι σκόρερ του NBA φέτος με μέσο όρο 30.6 και 29.9 πόντους αντίστοιχα βρίσκονται πολύ πιο πίσω σε αυτή τη λίστα με τον Έλληνα power forward να είναι 11ος με 61.6% και τον Καμερουνέζο center 47ος με 52.9%. Ο Jokic αυτή τη σεζόν μετέφερε το παιχνίδι του πιο πολύ μέσα στο ζωγραφιστό και παρότι υστερεί σε ύψος, δύναμη και σωματικά προσόντα σε σχέση με τους δύο ισχυρότερους αντιπάλους του για το βραβείο του MVP και τους τρεις παίκτες που τερμάτισαν από πάνω του σε ποσοστό ευστοχίας στα δίποντα ήταν εξωφρενικά αποτελεσματικός.
Δεν καρφώνει, δεν μπορεί να παίξει πάνω από το στεφάνι, δεν έχει εκρηκτικό πρώτο βήμα ούτε τεράστια χέρια αλλά αποδείχτηκε απόλυτα ανθεκτικός στο ξύλο που πέφτει στην ρακέτα. Είχε χίλιους δυο τρόπους να νικήσει τα double και τα triple team που του έκαναν οι αντίπαλες άμυνες και κέρδιζε κατά κράτος τους ψηλούς τους στην μάχη των ριμπάουντ όπου σε μέσο όρο τον πέρασε μόνο ο Gobert με 14.7 και αξίζει να αναφέρουμε πως ο Jokic πέρυσι έπαιρνε 10.8 ριμπάουντ ανά αγώνα. Όπως καταλαβαίνεται πρόκειται για μεγάλη πρόοδο, καθώς ανέβασε τον μέσο όρο του κατά τρία ριμπάουντ και με δύο παραπάνω συμμετοχές από πέρυσι μάζεψε 239 «σκουπίδια» περισσότερα (την περασμένη σεζόν είχε 780 σε 72 αγώνες).
Πέρασε τα χίλια για πρώτη φορά στην καριέρα του και ο μόνος παίκτης στην ιστορία του NBA που τα είχε συνδυάσει μέχρι πρότινος με 500+ ασίστ ήταν ο Chamberlain το 1967 και το 1968. Μέχρι τότε ο ογκόλιθος των 2.16 μέτρων και των 124 κιλών ήταν γνωστός για τις εξωπραγματικές επιδόσεις του στο σκοράρισμα και τα ριμπάουντ όμως οι αλλαγές κανονισμών που επέφερε η απόλυτη κυριαρχία του κάτω από τα καλάθια (δεν υπήρχαν για παράδειγμα τα 3 δευτερόλεπτα μέσα στη ρακέτα) τον ανάγκασαν να δείξει και τις δημιουργικές ικανότητες του. Έτσι από τους 33.5 πόντους του 1966 έπεσε μεν στους 24.1 αλλά είχε 1957 ριμπάουντ (24.2) και 630 ασίστ (7.8) κάνοντας 22 triple-double σε 81 εμφανίσεις και το 1968 σε 82 αγώνες μέτρησε 24.3 πόντους, 23.8 ριμπάουντ (1952), 31 triple-double και 8.6 ασίστ για να γίνει ο μοναδικός center που έχει ηγηθεί του NBA στις ασίστ (702) σε μία σεζόν.
Ο Chamberlain ολοκλήρωσε την καριέρα του έχοντας κάνει 78 triple-double σε 14 χρόνια και ο Jokic με 76 μετά από εφτά σεζόν είναι ακριβώς από πίσω του ως 7ος στην ιστορία του NBA. Την επόμενη θα τον περάσει και θα βάλει πλώρη για την πρώτη πεντάδα όπου βρίσκονται οι Russell Westbrook (194), Oscar Robertson (181), Magic Johnson (138), Jason Kidd (107) και LeBron James (105). Φέτος ήταν πρώτος με 19 (όπως και σε double-double με 66) με κορυφαίες εμφανίσεις του αυτές κόντρα σε Clippers (49 πόντοι, 13/20 δίποντα, 3/5 τρίποντα, 14/16 βολές, 14 ριμπάουντ, 10 ασίστ, 3 κλεψίματα) και Pelicans (46 πόντοι, 13/17 δίποντα, 3/5 τρίποντα, 11/12 βολές, 12 ριμπάουντ, 11 ασίστ, 4 κοψίματα, 3 κλεψίματα) και τις τρεις προηγούμενες χρονιές δεύτερος με 16, 13 και 12, ενώ διψήφιο αριθμό είχε και το 2018 που ήταν 3ος με 10.
Μάλιστα κόντρα στη Νέα Ορλεάνη έγινε ο πρώτος παίκτης στην ιστορία του NBA με τουλάχιστον 40 πόντους, 10 ριμπάουντ, 10 ασίστ, 3 κοψίματα και 3 κλεψίματα σε ένα παιχνίδι, ενώ έκανε μόλις το δεύτερο triple-double με 45+ πόντους και μίνιμουμ 70% ευστοχία (είχε 72.7%). Το μοναδικό μέχρι πρότινος ανήκε στον Chamberlain ο οποίος το 1968 με την φανέλα των Sixers είχε φορτώσει το καλάθι των Lakers με 53 πόντους έχοντας 24/29 δίποντα (82.8%), είχε μαζέψει 32 ριμπάουντ και ταυτόχρονα είχε μοιράσει και 14 ασίστ.
Είναι ήδη λοιπόν ένας από τους πιο ολοκληρωμένους παίκτες όλων των εποχών και στην πορεία δεν αποκλείεται να αποδειχτεί πληρέστερος από κάθε άλλον. Άλλωστε ένας center με την δική του απίθανη ικανότητα στην πάσα που ουσιαστικά είναι ο play maker της ομάδας του και μπορεί να κάνει και όλα τα υπόλοιπα που κάνει ο Jokic θα λέγαμε κάποτε πως μόνο από κομπιούτερ θα μπορούσε να βγει.
Αφήστε μια απάντηση